Υπάρχει μια έννοια στη Φυσική όπως το «σημείο διακλαδώσεως», με το οποίο προσδιορίζεται μια κρίσιμη κατάσταση ενός συστήματος όταν αυτό καθίσταται δομικά ασταθές και, εξαιτίας επιρροής των εσωτερικών, έστω και ασήμαντων παραγόντων, δύναται να περιέλθει σε κατώτερο ή, αντίθετα, σε ανώτερο επίπεδο αυτό-οργανώσεως.

Τα γεγονότα στην Ουκρανία είναι τρόπον τινά ένα τέτοιο «σημείο διακλαδώσεως» για όλη την ανά την Οικουμένη Ορθοδοξία. Οι λαμβανόμενες σήμερα αποφάσεις και οι γενόμενες πράξεις καθορίζουν ἐν πολλοῖς την μελλοντική πορεία της Ορθοδόξου Εκκλησίας ίσως για πολλούς μεταγενέστερους αιώνες. Στη διαμορφούμενη κατάσταση δεν είναι σωστό να καθίσουμε στην άκρη με πρόσχημα ότι ο Χριστός είναι η Κεφαλή της Εκκλησίας, άρα Αυτός και θα τα οικονομήσει μόνος Του. Ασφαλώς, Αυτός και μόνο Αυτός ηγείται της Ορθοδόξου Εκκλησίας και όμως η Εκκλησία είναι θεανθρώπινος οργανισμός με τον Σωτήρα να τη διοικεί μέσα από τη συνεργία με τους ανθρώπους, συνυπολογίζοντας τις ορθές και τις μη ορθές επιθυμίες και κινήσεις μας. Επομένως, μια ταπεινοφανής απεμπλοκή από τα ανακύψαντα εκκλησιαστικά προβλήματα δύναται να οδηγήσει σε χειρότερα από όλα τα δυνατά αποτελέσματα.

Όλες οι κατά τόπους Εκκλησίες της Ορθοδοξίας εισήλθαν σε μια περίπλοκη περίοδο λήψεως αποφάσεων σχετικά με τη συγκροτηθείσα από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως (εφεξής ΠΚ – σημ. συν.) Ουκρανικής θρησκευτικής οντότητας με τίτλο η «Αγιωτάτη Εκκλησία της Ουκρανία» (εφεξής ΑΕΟ). Για τη λήψη μιας υπεύθυνης αποφάσεως δεν οφείλει κανείς μόνο να γνωρίσει την πραγματική κατάσταση στην Ουκρανία με τη συντριπτική πλειοψηφία των Ορθοδόξων χριστιανών να τάσσεται κατά της επιβαλλόμενης από την Κωνσταντινούπολη αυτοκεφαλίας  (2/3 έναντι 1/3), αλλά και να εξετάσει επισταμένως το κείμενο, δηλαδή τον Τόμο Αυτοκεφαλίας της ΑΕΟ, ο οποίος δεν έχει αποδέκτες μόνο τους Ουκρανούς σχισματικούς και αυτοχειροτόνητους[1]. Σημειωτέον ότι εμπεριέχει δηλώσεις, οι οποίες θέτουν όλη την ανά την Οικουμένη Ορθοδοξία ενώπιον μιας πρωτοφανούς καταστάσεως. Έχουν πλήρη επίγνωση οι εκπρόσωποι των κατά τόπους Εκκλησιών ότι με την, βάσει του ἐν λόγῳ Τόμου, αναγνώριση της ΑΕΟ αποδέχονται και το περιεχόμενό του; Διασχίζοντας τη γραμμή «αναγνωρίσεως» οι κατά τόπους Εκκλησίες θα πέσουν σε παγίδα από την οποία δεν θα πρόκειται πλέον να γλιτώσουν. Που δηλαδή ελλοχεύει ο κίνδυνος; Τι αποδέχονται έμμεσα όσοι αναγνωρίζουν τον Τόμο [2];

  1. Αναγνώριση του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως ως κεφαλής όλης της Ορθοδόξου Εκκλησίας γενικότερα και όλων των κατά τόπους Εκκλησιών ειδικότερα.

Ουδεμία φορά μέσα στον Τόμο ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός αναφέρεται ως Κεφαλή της Εκκλησίας, παρά μόνο ως Δομήτωρ Αυτής: «τελοῦσα ὑπὸ τὸν Δομήτορα τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας θεάνθρωπον Κύριον καὶ Σωτῆρα ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν».

Ούτε ο «Μακαριώτατος Μητροπολίτης Κιέβου» αποκαλείται κεφαλή της ΑΕΟ χαρακτηριζόμενος μόνο ως «πρώτος» και «προκαθήμενος».

Η έννοια της κεφαλής της Εκκλησίας στο παγκόσμιο επίπεδο το κείμενο κατοχυρώνει ρητώς μόνο για τον Κωνσταντινουπόλεως, ενώ οι αντιπρόσωποι της νεόδμητης Ουκρανικής οντότητας οφείλουν να συνειδητοποιήσουν ότι δεν διαθέτουν την οικεία αυτών αυτοτελή κεφαλή: «ἡ ἐν Οὐκρανίᾳ Αὐτοκέφαλος Ἐκκλησία γινώσκει ὡς κεφαλὴν τὸν Ἁγιώτατον Ἀποστολικὸν καὶ Πατριαρχικὸν Οἰκουμενικὸν Θρόνον, ὡς καὶ οἱ λοιποὶ Πατριάρχαι καὶ Προκαθήμενοι». Αυτή η φράση αίρει πλήρως το αυτοκέφαλο της ΑΕΟ, διότι το αυτοκέφαλο σημαίνει ότι μια Τοπική Εκκλησία έχει Προκαθήμενο ως αυτοτελή και ανεξάρτητη κεφαλή αυτής, ο οποίος εκλέγεται και εγκρίνεται από την οικεία εκκλησιαστική Σύνοδο, κάτι το οποίο έχει αποτυπωθεί και στον όρο «αυτοκέφαλο». Δεν νοείται στην Ορθόδοξη Εκκλησία ότι κεφαλή μιας αυτοκεφάλου Εκκλησίας είναι εκπρόσωπος μιας άλλης Τοπικής Εκκλησίας.

Εν τούτοις, αυτή η διατύπωση αίρει το αυτοκέφαλο και όλων των λοιπών κατά τόπους Εκκλησιών, διότι ισχυρίζεται ότι «καὶ οἱ λοιποὶ Πατριάρχαι καὶ Προκαθήμενοι» γνωρίζουν την κεφαλή αυτών τον Κωνσταντινουπόλεως. Δηλαδή, σύμφωνα με τον Τόμο, αυτή η αρχή έχει εφαρμογή σε όλες τις κατά τόπους Ορθόδοξες Εκκλησίες και σε όλους τους Προκαθημένους – και το πλέον σημαντικό – φέρεται ότι αυτοί οι ίδιοι την αποδέχονται. Πότε και που ακριβώς το ΠΚ εξασφάλισε τη συγκατάθεση των κατά τόπους Εκκλησιών να θεωρούν τον Κωνσταντινουπόλεως ως κεφαλή αυτών;

Δυσκολεύομαι να γλιτώσω από το αίσθημα ανησυχίας ότι οι αντιπρόσωποι των λοιπών Εκκλησιών δεν μελέτησαν ακόμη ενδελεχώς το κείμενο του Τόμου, άλλωστε εάν συνειδητοποιούσαν το περιεχόμενο αυτού, σίγουρα θα αντιδρούσαν αρνητικά. Διότι η ἐν λόγῳ φράση δεν μόνο απαξιώνει το «αυτοκέφαλο» της ΑΕΟ, αλλά στην ουσία απορρίπτει το πλήρες αυτοκέφαλο όλων των κατά τόπους Εκκλησιών και διακηρύσσει την αίρεση του παπισμού της Κωνσταντινουπόλεως, η οποία δήθεν τυγχάνει καθολικής αποδοχής.

  1. Αναγνώριση του δικαιώματος λήψεως από τον Κωνσταντινουπόλεως αμετακλήτων αποφάσεων επί των κρίσεων γι΄όλους τους κληρικούς όλων των κατά τόπους Εκκλησιών.

Ως προς αυτά ο Τόμος είναι ρητός: «Διατηρουμένου προσέτι καὶ τοῦ δικαιώματος πάντων τῶν Ἀρχιερέων καὶ τῶν λοιπῶν κληρικῶν ἐκκλήτου προσφυγῆς τῷ Οἰκουμενικῷ Πατριάρχῃ, κατέχοντι τὴν κανονικὴν εὐθύνην τοῦ λαμβάνειν ἀμετακλήτως ἀποφάσεις ἐπὶ τῶν κρίσεων δι’ ἐπισκόπους καὶ λοιποὺς κληρικοὺς τῶν τοπικῶν Ἐκκλησιῶν». Σημειωτέον ότι η ανώτατη δικαστική αρμοδιότητα του ΠΚ δεν διακηρύσσεται μόνο επί των κρίσεων για τους κληρικούς της ΑΕΟ, αλλά ισχύει και για όλους τους κληρικούς της ανά την Οικουμένη Ορθοδοξίας. Τώρα πλέον δύνανται να εκδικάζονται στην Ιστανμπούλ, ενώ οι ἐν λόγῳ αποφάσεις θα πρέπει να γίνουν αποδεκτές  «τελεσιδίκως» από κάθε τοπική Εκκλησία.

Ο Τόμος παραπέμπει στους κανόνες Δ – 9 και 17, όπου ουδείς λόγος γίνεται περί του δικαιώματος του Κωνσταντινουπόλεως να εκδικάζει τις υποθέσεις εκπροσώπων των λοιπών κατά τόπους Εκκλησιών. Στην ερμηνεία του κανόνα 17 ο σπουδαιότατος βυζαντινός κανονολόγος Ζωναράς αρνείται σαφέστατα ένα τέτοιο δικαίωμα στον Κωνσταντινουπόλεως: «Οὐ γάρ πάντων δέ τῶν μητροπολιτῶν πάντως ὁ Κωνσταντινουπόλεως καθιεῖται δικαστής, ἀλλά τῶν ὑποκειμένων αὐτῷ. Οὐ γάρ δή καί τούς τῆς Συρίας μητροπολίτας, ἤ τούς τῆς Παλαιστίνης, καί Φοινίκης, ἤ τούς τῆς Αἰγύπτου, ἄκοντας ἑλκύσει δικάσασθαι παρ᾿ αὐτῷ. ἀλλ᾿ οἱ μέν τῆς Συρίας, τῷ τῆς Ἀντιοχείας ὑπόκεινται φόρῳ, οἱ δέ τῆς Παλαιστίνης, τῷ τοῦ Ἱεροσολύμων, οἱ δέ τῆς Αἰγύπτου, παρά τῷ Ἀλεξανδρείας δικάσονται, παρ᾿ ᾧ καί χειροτονοῦνται, καί οἷς περ ὑπόκεινται». Ενώ σχολιάζοντας τους προαναφερθέντες  κανόνες στο περίφημο «Πηδάλιό» του ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης είναι  κατηγορηματικός ως προς το: «Ὅτι μέν γάρ ὁ Κωνσταντινουπόλεως οὐκ ἔχει ἐξουσίαν ἐνεργεῖν εἰς τάς Διοικήσεις καί ἐνορίας τῶν ἄλλων Πατριαρχῶν, οὔτε εἰς αὐτόν ἐδόθη ἀπό τόν Κανόνα τοῦτον ἡ ἔκκλητος ἐν τῇ καθόλου Ἐκκλησίᾳ». Παραθέτοντας αρκετά επιχειρήματα ο Άγιος Νικόδημος καταλήγει στο συμπέρασμα ως κάτωθι: «Ὁ Κωνσταντινουπόλεώς ἐστι Κριτής πρῶτος καί μόνος καί ἔσχατος τῶν ὑποκειμένων αὐτῷ Μητροπολιτῶν, οὐ μήν δέ καί τῶν ὑποκειμένων τοῖς λοιποῖς Πατριάρχαις. Μόνη γάρ ἡ Οἰκουμενική Σύνοδος εἶναι ὁ ἔσχατος καί κοινότατος Κριτής πάντων τῶν Πατριαρχῶν, ὡς εἴπομεν, καί ἄλλος οὐδείς». Εκ των ανωτέρω προκύπτει σαφώς ότι το ΠΚ δεν έχει κανονικά δικαιώματα προς ακύρωση δικαστικών αποφάσεων των λοιπών κατά τόπους Εκκλησιών.

Παράλληλα, ο Κωνσταντινουπόλεως ο ίδιος βρέθηκε στη θέση ώστε δεν υπόκειται πλέον σε κρίση του κανενός. Θεωρητικά μια Οικουμενική Σύνοδος θα εδύνατο να τον κρίνει, αλλά το δικαίωμα της συγκλήσεως αυτής σφετερίσθηκε ο ίδιος και κατ΄αυτόν τον τρόπο κατέστησε τον εαυτό του τον υπεράνω πάσης κρίσεως κριτή της πορείας της Εκκλησίας. Καταστατικοί Χάρτες όλων των κατά τόπους Εκκλησιών περιλαμβάνουν ρητές διατάξεις, οι οποίες θέλουν τους προκαθημένους να υπόκεινται σε κρίση της οικείας αυτών Εκκλησίας [3] και ουδέποτε υπάρχουν διατάξεις περί εκκλήτων προσφυγών στο ΠΚ ως έσχατη δικαστική αρχή στις εκκλησιαστικές διαφορές. Ἐν τούτοις οι αξιώσεις του ΠΚ επί της ανώτατης δικαστικής εξουσίας κατά τρόπον θαυμάσιο  συνάδουν με την παπική διδασκαλία των Ρωμαιοκαθολικών: «Ο Πέτρος και οι διάδοχοί του δικαιούνται ελεύθερα να εκφέρουν κρίση επί κάθε Εκκλησίας και κανείς δεν πρέπει ουδόλως να ταράσσει ούτε να κλονίζει την κατάστασή τους, διότι η ύπατη έδρα δεν κρίνεται από κανένα (summa sedes а nemine judicatur)»[4]. Συμφωνούν με τέτοιες καινοτομίες όσοι θα αναγνωρίσουν το αυτοκέφαλο της ΑΕΟ βάσει αυτού του Τόμου; Η ερώτηση αυτή θα πρέπει οπωσδήποτε να τεθεί σε κάθε Τοπική Εκκλησία πριν τη λήψη των τελικών αποφάσεων.

  1. Η υπαγωγή όλης της ανά την οικουμένη Ορθοδόξου Διασποράς[5] στον Κωνσταντινουπόλεως και ο περιορισμός της δράσεως των κατά τόπους Εκκλησιών στα όρια των αρχικών εθνικών κρατών.

Το κείμενο του Τόμου διατυπώνει αυτή την ιδέα αρχικώς προς εφαρμογή από την ΑΕΟ, της οποίας ο εκκλησιαστικός βίος οφείλει να εξελίσσεται αυστηρώς «ἐν τοῖς ὁρίοις τῆς ἐπικρατείας τῆς Οὐκρανίας». Η ΑΕΟ τυγχάνει «μὴ δυναμένη καθιστάναι ἐπισκόπους ἢ πηγνύειν ὑπερόρια θυσιαστήρια, τῶν ἤδη ὑφισταμένων ὑπαγομένων τοὐντεῦθεν, κατὰ τὴν τάξιν, τῷ Οἰκουμενικῷ Θρόνῳ, τῷ ἔχοντι τὴν κανονικὴν ἁρμοδιότητα ἐπὶ τῆς Διασπορᾶς, περιοριζομένης τῷ ὄντι τῆς δικαιοδοσίας αὐτῆς ἐντὸς τῶν ἐδαφῶν τοῦ Οὐκρανικοῦ Κράτους». Εδώ, όπως και σε προηγούμενα παραδείγματα, μια αρχή η οποία διατυπώνεται αρχικώς προς εφαρμογή από την ΑΟΕ, σερβίρεται ως καθολική και κοινώς αποδεκτή από όλες τις κατά τόπου Εκκλησίες («τῶν ἤδη ὑφισταμένων ὑπαγομένων τοὐντεῦθεν, κατὰ τὴν τάξιν, τῷ Οἰκουμενικῷ Θρόνῳ, τῷ ἔχοντι τὴν κανονικὴν ἁρμοδιότητα ἐπὶ τῆς Διασπορᾶς»). Άνευ συνεννοήσεως με τις λοιπές Εκκλησίες επικυρώνονται δικαιώματα του ΠΚ εφ’όλης της ανά την Οικουμένη Διασποράς. Όσες κατά τόπους Εκκλησίες αναγνωρίσουν την ΑΕΟ θα πρέπει να είναι έτοιμες να αποποιηθούν τα πνευματικά αυτών τέκνα, τις ενορίες και τις Ιερές Μονές υπερορίως υπέρ του ΠΚ. Το συνειδητοποιούν αυτό;

  1. Αποδοχή του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως ως ύπατης αρχής για την αντιμετώπιση των δογματικών, κανονικών και ετέρων εκκλησιαστικών ζητημάτων.

Παρά την έλλειψη μιας πειστικής τεκμηριώσεως των αποκλειστικών δικαιωμάτων ο Τόμος προβάλλει αξίωση να προσφεύγει η ΑΕΟ στο ΠΚ προς αντιμετώπιση δογματικών και κανονικών ζητημάτων: «Προκειμένου δὲ περὶ μειζόνων ζητημάτων ἐκκλησιαστικῆς, δογματικῆς καὶ κανονικῆς φύσεως, ὁ Μακαριώτατος Μητροπολίτης Κιέβου καὶ πάσης Οὐκρανίας, ἐκ μέρους τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας αὐτοῦ, δέον ὅπως ἀπευθύνηται πρὸς τὸν καθ’ ἡμᾶς Ἁγιώτατον Πατριαρχικὸν καὶ Οἰκουμενικὸν Θρόνον, ἐκζητῶν τὴν ἔγκυρον γνώμην καὶ βεβαίαν συναντίληψιν αὐτοῦ». Δεν υπάρχει εδώ σαφής ισχυρισμός ότι αυτή την τακτική την ακολουθούν και οι άλλες τοπικές Εκκλησίες, διότι ἐν προκειμένῳ τούτο θα ήταν ένα κραυγαλέο ψεύμα, αλλά δεν χωρούν αμφιβολίες ότι το Ουκρανικό προηγούμενο θα εφαρμοσθεί κατά των άλλων κατά τόπους Εκκλησιών, ιδίως εκείνων, οι οποίες θα αποδεχθούν τον ἐν λόγῳ Τόμο και τη νεοσύστατη ΑΕΟ.

Εφόσον το ΠΚ σφετερίσθηκε το δικαίωμα αντιμετωπίσεως τελεσίδικα των αποφάσεων, τίθεται το ερώτημα: ποιος εγγυάται το αληθές και το αλάθητο των αποφάσεων αυτών; Εάν λείπει αυτή η εγγύηση, τότε δεν υφίσταται και το δικαίωμα αντιμετωπίσεως τελεσίδικα τέτοιων αποφάσεων. Εάν υφίσταται αυτή η εγγύηση, παρακαλούμε να μας την κοινοποιήσετε. Δεν έχει ανακοινωθεί μέχρι σήμερα στο πλήρωμα της Εκκλησίας. Πολλῷ μᾶλλον, η εκκλησιαστική ιστορία βρίθει περιστατικών προδοσίας πίστεως, ιερών κανόνων και ήθους της Ορθοδοξίας από τους πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως. Αρκεί να θυμηθούμε  ότι καθ΄ όλο το διάστημα της υπάρξεώς του τον θρόνο Κωνσταντινουπόλεως κατέλαβαν πολύ περισσότερο επισήμως καταδικασθέντες αιρετικοί απ΄ ο, τι όλους τους λοιπούς Ορθοδόξους θρόνους συνολικά. Πῶς είναι δυνατόν μετά από αυτά να έχει το ΠΚ τέτοια δικαιώματα;

Έχουμε άμεση απόδειξη του σφετερισμού της εκκλησιαστικής εξουσίας, η οποία ανήκει αποκλειστικά στις Συνόδους της Εκκλησίας. Είναι έτοιμοι οι εκπρόσωποι των λοιπών κατά τόπους Εκκλησιών να αποποιηθούν την αρχή της συνοδικότητας υπέρ του αλάθητου της Κωνσταντινουπόλεως σε δογματικά και κανονικά ζητήματα; Η αποδοχή του προαναφερθέντος Τόμου, χωρίς πρώτα να αντιμετωπισθούν αυτά τα ερωτήματα, σημαίνει κατ’ουσίαν την υπογραφή της θανατικής ποινής και στο οικείο αυτών αυτοκέφαλο, και στην ανά την οικουμένη Ορθοδοξία [6].

  1. Αποδοχή του δικαιώματος του Κωνσταντινουπόλεως να επεμβαίνει στα εσωτερικά όλων των κατά τόπους Εκκλησιών.

Ο Τόμος θέλει ανεδαφικά το ΠΚ να είναι «ὑπὸ τῆς μακρᾶς κανονικῆς παραδόσεως ὑποχρεωμένον προνοεῖν περὶ τῶν ἐν ἀνάγκαις εὑρισκομένων Ἁγίων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν». Ποιος τον υποχρέωσε σχετικά; Βάσει τινών συνοδικών διατάξεων; Πότε οι κατά τόπους Εκκλησίες έδωσαν τη συγκατάθεσή τους να προβαίνει σε μια τέτοια υποχρεωτική παρέμβαση;  Από τους λόγους παρεμβάσεις του ΠΚ στα εσωτερικά των αυτοκεφάλων Εκκλησιών ο Τόμος παραθέτει τη δήθεν θεραπεία των σχισμάτων: «Ἐν τῇ ὀφειλετικῇ μερίμνῃ τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας πρὸς τὸν Ὀρθόδοξον κόσμον, ἐπὶ θεραπείᾳ τῶν χρονίως σοβούντων σχισμάτων καὶ μερισμῶν εἰς τὰς κατὰ τόπους Ἐκκλησίας». Από πότε δημιουργήθηκε ή υποχρέωση του ΠΚ να ασχολείται με σχίσματα στις άλλες κατά τόπους Εκκλησίες; Μήπως αποδέχθηκαν τέτοιες αξιώσεις οι λοιπές κατά τόπους Εκκλησίες; Δεν απαντούν οι Ιεράρχες της Ιστανμπούλ στις ὡς άνω ερωτήσεις ούτε θα μπορέσουν να απαντήσουν λόγῳ ελλείψεως πειστικής επιχειρηματολογίας προς δικαιολόγηση των αξιώσεων αυτών.

Και όμως δεν χωρά αμφιβολία ότι όσες αυτοκέφαλες Εκκλησίες αναγνωρίσουν την ΑΕΟ, με αυτόν τον τρόπο θα μείνουν απροστάτευτες μπροστά στους ανησυχούντες κηδεμόνες από την Ιστανμπούλ. Πολλάκις οι Ιεράρχες της Ιστανμπούλ απέδειξαν τη γνώση  τους να  δίδουν μία ευρύτερη ερμηνεία  των οικείων αυτών ισχυρισμών και το ειρημένο προηγούμενο καθυποτάξεως ενίων κατά τόπους Εκκλησιών θα επεκτείνουν οπωσδήποτε σε όλους και εἰς το διηνεκές. Λ.χ. ο Τόμος, τον οποίο εξέδωσε το ΠΚ το 1924 προς την Ορθόδοξο Εκκλησία της Πολωνίας εμπεριείχε μη ρήτρα, ότι ἡ προσάρτησις τῆς Μητροπόλεως Κιέβου καί τῶν ἐξ αὐτῆς ἐξαρτωμένων ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν Λιθουανίας και Πολωνίας τῇ Ἁγίᾳ Ἐκκλησίᾳ Μόσχας δήθεν «οὐδαμῶς συνετελέσθη συμφώνως ταῖς νενομισμέναις κανονικαῖς διατάξεσι». Με την πάροδο του χρόνου οι Ιεράρχες της Ιστανμπούλ, επωφελούμενοι από την πολιτική αστάθεια στην Ουκρανία, άρχισαν να προβάλλουν τα δικαιώματά επί της Ιεράς Μητροπόλεως Κιέβου, επικαλούμενοι ακόμη και την ἐν λόγῳ ρήτρα στον Τόμο της Πολωνίας. [7]. Ώστε και εκείνοι οι όροι, οι οποίοι διατυπώνονται στον Τόμο της Ουκρανίας, δεν θα προβληθούν άμεσα και στις άλλες κατά τόπους Εκκλησίες, αλλά μόλις αντιμετωπίσουν αυτές κάποια αστάθεια και δημιουργηθεί η κατάλληλη ευκαιρία προς παρέμβαση.

  1. Εσφαλμένη επιχειρηματολογία.

Ο Τόμος ισχυρίζεται ότι στην Ουκρανία «τῶν δὲ πολιτειακῶν καὶ ἐκκλησιαστικῶν αὐτῆς ἀρχόντων ἐπὶ τριακονταετίαν ὅλην διακαῶς αἰτουμένων τὴν ἐκκλησιαστικὴν αὐτῆς αὐτοδιοίκησιν». Ασύστολο ψεύδος είναι εκείνα σχετικά με τις «ἐκκλησιαστικὲς ἀρχὲς», διότι επί τριάντα προαναφερθέντα έτη αυτές ουδέποτε αιτήθηκαν την «ἐκκλησιαστικὴν αύτοδιοίκησιν» επειδή εδώ και χρόνια (από το 1990) απολαμβάνουν του καθεστώτος πλήρους εκκλησιαστικής αυτονομίας.  Επιπλέον, το ΠΚ περιφρόνησε τις περισσότερες από 400 χιλιάδες υπογραφές[8] των πιστών τέκνων της κανονικής Ουκρανικής Ορθοδόξου Εκκλησίας κατά της επιβαλλομένης σε αυτούς αυτοκεφαλίας. Ο Τόμος περιφρονεί εντελώς τις κανονικές «εκκλησιαστικές αρχές», τις οποίες ακολουθεί η πλειοψηφία του Ορθοδόξου ποιμνίου στην Ουκρανία, αλλά ως τέτοιες χαρακτηρίζονται οι αναθεματισμένοι και αφορισμένοι από την Εκκλησία αυτοχειροτόνητοι και σχισματικοί (κυρίως ο Μ. Ντενισένκο) τους οποίους το ΠΚ μέχρι προσφάτως θεωρούσε αποσχισθέντες από την Εκκλησία. Από την αντίθετη πλευρά στην Ιστανμπούλ κομίσθηκαν γραπτά πολιτικών τινων της Ουκρανίας, οι οποίοι έχουν χαμηλά ποσοστά υποστηρίξεως από το λαό τους. Επομένως και οι περαιτέρω ισχυρισμοί του Τόμου: «…συστοιχούντων καὶ εἰς παλαιὰ συναφῆ αἰτήματα τοῦ λαοῦ αὐτῆς κατὰ καιροὺς διατυπωθέντα πρὸς τὸν ἁγιώτατον Ἀποστολικὸν Θρόνον τῆς Κωνσταντινουπόλεως» αποτελούν συνέχεια αυτού του ανερυθριάστου ψεύδους.

  1. Υπέρμετρη έπαρση του ΠΚ.

Το κείμενο του Τόμου είναι γεμάτο έπαρση του ΠΚ έναντι όλων των αυτοκεφάλων Εκκλησιών και ιδιοποίηση των τίτλων σε υπερθετικό βαθμό. Λ.χ. «της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας» το οποίο ταιριάζει στην Ορθόδοξη Εκκλησία στο σύνολό της και όχι σε κάποιο επιμέρους Πατριαρχείο, και όμως το ΠΚ αφού ιδιοποιήθηκε «ταπεινώς» αυτό τον τίτλο αναμένει και τη σχετική  στάση των λοιπών. Η ΑΕΟ είναι «θυγατέρα» για το ΠΚ, την οποία όλες οι λοιπές κατά τόπους Εκκλησίες οφείλουν να αποδεχθούν ως «αδελφή». Από αυτό προκύπτει ότι το ΠΚ βλέπει τον εαυτό του «μητέρα» για όλες τις κατά τόπους Εκκλησίες. Με άλλα λόγια επιχειρείται μια υποταγή των αυτοκεφαλιών, όπου στην κορυφή ευρίσκεται η Κωνσταντινούπολη ως οικουμενική «μαμά» με τους «θυγατέρες» της κάτω.

Μια ενδιαφέρουσα επισήμανση: στον Τόμο της Εκκλησίας της Πολωνίας το ΠΚ αποδέχεται αυτή ως «πνευματική θυγατέρα». Όπως βλέπουμε τα τελευταία χρόνια έχει αυξηθεί σημαντικά η αυτοεκτίμηση του ΠΚ ως προς την ταυτότητά του.

Το ΠΚ χαρακτηρίζει «ταπεινώς» τον εαυτό της «Κέντρον Ορθοδοξίας», παρόλο που κρίνεται πολύ παράξενα να αποδίδει κανείς αυτή την έννοια στον θρόνο, ο οποίος περιέπιπτε σε αιρέσεις συχνότερα από όλους τους λοιπούς Προκαθημένους της Εκκλησίας συνολικά.

***

Συνοψίζοντας πορίσματα της σύντομης εξετάσεως του κειμένου του Τόμου της Ουκρανίας, δύναται να επισημάνει κανείς ότι οι Ιεράρχες των κατά τόπους Εκκλησιών, οι οποίοι, βάσει αυτού του Τόμου, θα πρόκειται να αποδεχθούν το ψευδο-αυτοκέφαλο της ΑΕΟ με αυτό τον τρόπο αποδέχονται:

  • Τον Κωνσταντινουπόλεως ως κεφαλή της τοπικής αυτών Εκκλησίας˙
  • Το δικαίωμα εκδόσεως αμετακλήτων αποφάσεων επί των κρίσεων εκκλήτου προσφυγής για όλους τους κληρικούς της τοπικής αυτών Εκκλησίας ˙
  • Την ετοιμότητα της υποταγής της Ορθοδόξου αυτών Διασποράς στον Κωνσταντινουπόλεως με τον περιορισμό της δράσεως της οικείας αυτών τοπικής Εκκλησίας εντός των ορίων του εθνικού αυτών κράτους˙
  • Την ανάγκη συνεννοήσεως επί των μειζόνων εκκλησιαστικών ζητημάτων με το ΠΚ ως ύπατη αρχή στον τομέα δογματικών και κανονικών αληθειών˙
  • Το δικαίωμα παρεμβάσεως του Κωνσταντινουπόλεως στα εσωτερικά της οικείας αυτών Εκκλησίας με πρόσχημα τη θεραπεία σχισμάτων ως και για λοιπούς λόγους˙
  • Το ΠΚ ως «Κέντρον της Ορθοδοξίας» και ως «Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία» παρ΄όλες τις παρανομίες και ψευδείς ισχυρισμούς αυτού, που περιλαμβάνονται στον Τόμο της Ουκρανίας.

Επιπλέον, με την αποδοχή των σχισματικών και αυτοχειροτόνητων της ΑΕΟ σε λειτουργική κοινωνία οι κληρικοί των κατά τόπους Εκκλησιών προβαίνουν σε ωμή παράβαση του 10 Αποστολικού κανόνος:  «Εἴ τις ἀκοινωνήτῳ κἄν ἐν οἴκῳ συνεύξηται, οὗτος ἀφοριζέσθω» και του 33ου της ἐν Λαοδικείᾳ  Συνόδου: «Ὅτι οὐ δεῖ αἱρετικοῖς, ἢ σχισματικοῖς συνεύχεσθαι».

Εάν συνοψίσουμε την ουσία των ὡς άνω λεχθέντων όλες οι αξιώσεις του ΠΚ που περιλαμβάνονται στον Τόμο, αποβλέπουν σ’ ένα και μοναδικό σκοπό την επιβολή της αιρέσεως του παπισμού εντός της Ορθοδοξίας, συμφώνως προς την οποία δεν οφείλει κανείς να αποδέχεται ως κεφαλή της Οικουμενικής Εκκλησίας τον Χριστό, αλλά τον Κωνσταντινουπόλεως με την παράλληλη συμμόρφωση προς το θέλημά του πάντοτε και κατά πάντα.  Συνεπώς, ο Τόμος της ΑΕΟ δεν εξεδόθη μόνο προς ικανοποίηση των συμφερόντων των Ουκρανών πολιτικών, τη νομιμοποίηση των σχισματικών και αυτοχειροτόνητων, αλλά, και το οποίο είναι το πλέον σημαντικό, αποτελεί διακήρυξη της αιρέσεως του παπισμού Κωνσταντινουπόλεως, της επικυρωμένης με τις υπογραφές του πατριάρχη Βαρθολομαίου και όλων των ανωτάτων ιεραρχών του ΠΚ.  Οι κατά τόπους Εκκλησίες, οι οποίες θα αναγνωρίσουν τον Τόμο, δεν θα δείξουν μόνο την προθυμία τους να υποταχθούν στον νέο πάπα, αλλά και θα αναλάβουν την ευθύνη για την εδραίωση και τη διάδοση της αιρέσεως του παπισμού Κωνσταντινουπόλεως εντός της Ορθοδοξίας. Είμαι βέβαιος ότι με την πλήρη επίγνωση αυτής της σκέψεως από τις ανώτατες ηγεσίες των κατά τόπους Εκκλησιών η επιθυμία απορρίψεως της από το ΠΚ οργανωθείσης ουκρανικής εκκλησιαστικής τυχοθηρίας  θα είναι καθολική και σωτήρια όχι μόνο για την ανά την Οικουμένη Ορθοδοξία, αλλά και για τους ιεράρχες Κωνσταντινουπόλεως, οι οποίοι προφανώς βλέπουν ήδη τον «αμπελώνα του Θεού» ως οικεία αυτών περιουσία (βλ.: Ματθ. 21. 33–41).

 

Πρωθιερέα Βαντίμ Λεόνοφ, διδάκτορος θεολογίας και υφηγητή της Ιερατικής Σχολής Υπαπαντής Μόσχας

6 Μαρτίου 2019

[1] Σαμοσφιάτοι – αυτοχειροτόνητοι, οι αποσκιρτήσαντες από την Εκκλησία  πρεσβύτεροι και διάκονοι, οι οποίοι, προκειμένου να εξασφαλίσουν τη συνέχιση της μερίδος αυτών, προβαίνουν σε ανίερες πράξεις «χειροτονιών» Επισκόπων δι ’επιθέσεως των χειρών των ιερέων επί της κεφαλής του ψηφισμένου. Έτσι, τον 20ο αι. συγκροτήθηκε η «Ουκρανικὴ Αυτοκέφαλη Ὀρθόδοξη Εκκλησία» (ΟΑΟΕ), όπου παρά ρητούς κανόνες (Αποστολικός – 1, Αντιοχείας – 19, Α – 6 κα.) ο αφορισμένος από την Εκκλησία πρωθιερέας Βασίλειος Λιπκόβσκι «χειροτονήθηκε» από τους σε καθεστώς αργίας τελούντων πρεσβυτέρους και λαϊκούς δι΄επιθέσεως επί της κεφαλής του Λιπκόβσκι τμήματος λειψάνου (χειρός) του ιερομάρτυρος Μακαρίου, Μητροπολίτου Κιέβου. Αυτή η ιερόσυλη πράξη επαναλήφθηκε και κατά την επόμενη εἰς «Επίσκοπον» «χειροτονία» του επίσης αφορισθέντος από την Εκκλησία πρωθιερέα Νέστωρος Σαράεφσκι. Κατ΄αυτόν τον τρόπο συγκροτήθηκε η «ιεραρχία» της ΟΑΟΕ, οι κληρικοί της οποίας χαρακτηρίσθηκαν ως αυτοχειροτόνητοι, «σαμοσφιάτοι». Το 1995 το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως ενέταξε υπό τη δικαιοδοσία του τους αυτοχειροτόνητους της ΟΑΟΕ στη Βόρεια Αμερική. Εκπρόσωπος της «ιεραρχίας» των αυτοχειροτόνητων είναι ο σημερινός αρχηγός της ΟΑΟΕ στην Ουκρανία ο «Μητροπολίτης» Μακάριος Μαλέτιτς, ο τελών σε καθεστώς αργίας Ιερέας, ο οποίος ωστόσο αποκαταστάθηκε από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως σε οικείο αυτού βαθμό, όπως και οι λοιποί πάντες αυτοχειροτόνητοι της Ουκρανίας.

[2] Για την εξέταση του Τόμου ανατρέξαμε στο κείμενο, το οποίο είναι αναρτημένο στην επίσημη ιστοσελίδα του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως https://www.patriarchate.о.

[3] Βλ., λ.χ. στον Καταστατικό Χάρτη της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρωσίας  : http://www.patriarchia.ru/db/text/133121.html.

[4] Epistolae et decreta pontificia, XXXII // PL. 143, 765.

[5] Ορθόδοξος Διασπορά είναι οι Ορθόδοξοι χριστιανοί διαφόρων εθνικοτήτων και κατά τόπους Εκκλησιών με μόνιμη διαβίωση και ολοκληρωμένο εκκλησιαστικό βίο σε χώρες, όπου την πλειοψηφία του πληθυσμού αποτελούν οι μη Ορθόδοξοι χριστιανοί.  Σε αυτές τις περιφέρειες κατατάσσονται οι χώρες της Βορείου και Νοτίου Αμερικής, της Ασίας, της Αυστραλίας, της Δυτικής Ευρώπης κλπ.

[6] Αξιώσεις επί της τελεσίδικης αρμοδιότητας στην αντιμετώπιση των κοινών εκκλησιαστικών και κανονικών ζητημάτων διατυπώνονται διαρκώς σε ομιλίες του Πατριάρχη Βαρθολομαίου. Λ.χ. κατά τη Σύναξη τον Σεπτέμβριο 2018 ανέφερε επί λέξει: « «Το Οικουμενικόν Πατριαρχείον έχει την ευθύνην να θέση τα πράγματα εν εκκλησιαστική και κανονική ευταξία, διότι μόνον αυτό έχει τα τε κανονικά προνόμια…να επιτελή το υψηλόν και εξαιρετικόν τούτο χρέος». – https://www.uocofusa.org/news_180901_1.html.

[7] https://cerkvarium.org/ru/novosti/pomestnye-tserkvi/arkhiepiskop-telmisskij-iov-gecha-avtokefaliya-eto-sredstvo-obespechit-edinstvo-i-tserkvi-vnutri-gosudarstva-i-mezhdu-pomestnymi-tserkvami.html.

[8] http://news.church.ua/2018/06/27/shhe-ponad-300-tisyach-pidpisiv-peredali-na-fanar-pravoslavni-ukrajinci/#more-213814.