Ο πρωθιερέας Αντρέι Νόβικοφ, μέλος της συνοδικής βιβλικής-θεολογικής επιτροπής της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, στο άρθρο του σχολιάζει τις δύο πρόσφατες συνεντεύξεις του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Κύπρου Χρυσοστόμου στις εφημερίδες «Καθημερινή» (1η Νοεμβρίου) και «Βήμα της Κυριακής» (8 Νοεμβρίου), όπου ο Μακαριώτατος εξηγεί τη θέση του στο Ουκρανικό ζήτημα. 

Σχετικά με τα λεγόμενα του Μακαριωτάτου ότι «στην περίπτωση της Ουκρανίας ήταν περιφέρεια του Οικουμενικού που την παραχώρησε επιτροπικώς στη Ρωσική Εκκλησία, όπως έγινε και με τις νέες χώρες στην Ελλάδα» ο πρωθιερέας Αντρέι επισημαίνει: «Πράγματι, επί της ουσίας του ζητήματος αυτού έχουν γραφεί ποικίλες μελέτες και επιστημονικά άρθρα όχι μόνον από Ρώσους, αλλά και από Έλληνες μελετητές (λ.χ. από τον πρωτοπρεσβύτερο Θεόδωρο Ζήση), που αποδεικνύουν περίτρανα ότι ουδέποτε στο διάβα των αιώνων δεν υπήρξε ούτε σκιά αμφισβητήσεως του γεγονότος ότι η Ουκρανία, με επικεφαλής το Κίεβο, μητέρα των ρωσικών πόλεων, ανήκει στο κανονικό έδαφος της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας. Ολόπλευρα διαψεύσθηκαν οι συκοφαντίες γύρω από τις πατριαρχικές και συνοδικές πράξεις της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως του 1686, σύμφωνα με τις οποίες οριστικά και ανεπιστρεπτί αποκαθίστατο η κανονική τάξη και η ενότητα της Μητροπόλεως Κιέβου με τον Πατριαρχικό Θρόνο Μόσχας… Είναι αρκετό να ανοίξει κανείς την επίσημη Επετηρίδα του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως των τελευταίων ετών, συμπεριλαμβανομένου και του έτους 2018 (έτος εισπηδήσεως του Φαναρίου στην Ουκρανία) για να βεβαιωθεί ότι οι εκκλησιαστικές επαρχίες των «νέων χωρών» είναι καταχωρημένες στην κατηγορία «Οικουμενικό Πατριαρχείο» και πολύ περισσότερο, για το καθεστώς τους υπάρχει ειδική αναφορά στην Επετηρίδα, με παρουσίαση εγγράφων σχετικά με το ιδιαίτερο καθεστώς τους, ενώ οι εκκλησιαστικές επαρχίες  στην Ουκρανία είναι καταχωρημένες μόνον στην κατηγορία «Πατριαρχείο Μόσχας» και για το ότι υπάγονται στην Κωνσταντινούπολη δεν αναφέρεται ούτε λέξη. Επίσης το 2008, ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος, επισκεπτόμενος το Κίεβο, στην επίσημη ομιλία του είπε ευθέως ότι η Ουκρανία παραδόθηκε στη δικαιοδοσία του Πατριαρχείου Μόσχας[1]».

«Ιδιαίτερης μνείας αξίζει και ο ισχυρισμός του αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου ότι δήθεν ο προσωρινός, «επιτροπικός» χαρακτήρας της επιστροφής της Μητροπόλεως Κιέβου στη Ρωσική Εκκλησία από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως τον 17ο αι. επιβεβαιώνει κάποια συμφωνία ότι στο Κίεβο πρώτα θα μνημονεύεται ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως και στη συνέχεια ο Μόσχας. Επί του θέματος επίσης έχουν ήδη δοθεί αρμοδίως επαρκείς επεξηγήσεις από εκκλησιαστικούς ιστορικούς και ειδήμονες στον τομέα του κανονικού δικαίου. Ουδεμία συμφωνία ή προϋπόθεση εντάξεως της Μητροπόλεως Κιέβου στο Πατριαρχείο Μόσχας δεν υπήρξε. Στα έγγραφα του 1686 περί παραχωρήσεως στο Πατριαρχείο Μόσχας δικαιοδοσίας επί της Μητροπόλεως Κιέβου, συμπεριλαμβάνεται μόνον η παράκληση να μνημονεύει ο Μητροπολίτης Κιέβου κατά τη Θεία Λειτουργία το όνομα του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως πριν από εκείνο του Μόσχας. Τέτοια μνημόνευση, υπό τη μορφή μάλιστα της έκφωνης αναφοράς των ονομάτων των Πατριαρχών της Ανατολής, συμπεριλαμβανομένου και του Κωνσταντινουπόλεως, υπήρχε ήδη τη στιγμή της επανενώσεως της Μητροπόλεως Κιέβου, όχι ως εφαρμογή μιας επινοημένης προϋποθέσεως, αλλά ως καθολικός κανόνας σε όλη τη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία στις αρχιερατικές ακολουθίες. Η έκφωνη αναφορά συνεχίσθηκε μέχρι την ίδρυση της Αγιωτάτης Διοικούσης Συνόδου το 1721 και διακόπηκε για λόγους, οι οποίοι ουδεμία σχέση έχουν προς την Ουκρανία. Η μνημόνευση όλων των Πατριαρχών της Ανατολής στην Προσκομιδή όχι μόνον από τον Μητροπολίτη Κιέβου, αλλά και από κάθε ιερέα της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, γινόταν τόσο τον 17ο αι., όσο και συνεχίζεται αδιάκοπα μέχρι σήμερον», γράφει ο πρωθιερέας Αντρέι.

«Ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος δήλωσε ότι μέχρι το 1917 στην Ουκρανία, υποτίθεται μνημόνευαν τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, αλλά ήλθαν οι μπολσεβίκοι και τα χάλασαν όλα, ενώ μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ η Ρωσική Εκκλησία δεν επιθύμησε να αποκαταστήσει τη μνημόνευση: «Όταν οι μπολσεβίκοι έκαναν την επανάσταση το 1917 και έθεσαν διάφορες δημοκρατίες κάτω από τη Μόσχα, έπαυσαν πλέον να μνημονεύουν τον Οικουμενικό Πατριάρχη. Η Κωνσταντινούπολη δεν ήταν σε θέση να έχει αξιώσεις από το καθεστώς της Μόσχας.

Όταν, όμως, το κομμουνιστικό καθεστώς κατέρρευσε, ο Οικουμενικός Πατριάρχης επανάφερε το θέμα της μνημόνευσής του στην ήδη ανεξάρτητη Ουκρανία. Ο αείμνηστος Πατριάρχης Μόσχας Αλέξιος, ωστόσο, είπε στον Κωνσταντινουπόλεως πως «έχουμε πια συνηθίσει εδώ και πολλές δεκαετίες και δεν μπορούμε να επανέλθουμε».

Πού είναι το ψεύδος εδώ;

α. Η έκφωνη αναφορά του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως σε όλη τη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία δεν υπήρχε και πριν από την επανάσταση του 1917, συμπεριλαμβανομένης της Μητροπόλεως Κιέβου (με εξαίρεση την τέλεση ακολουθιών από το πρωτεύοντα μέλος της Αγιωτάτης Συνόδου). Η μνημόνευση όλων των Πατριαρχών της Ανατολής στην Προσκομιδή τελείτο τόσο πριν, όσο και μετά την επανάσταση του 1917, και υπ᾽ αυτήν την έννοια δεν επηρέασε σε τίποτε.

β. Η Κωνσταντινούπολη διατηρούσε στενότατες, φιλικές, ακόμη και εγκάρδιες σχέσεις με το θεομάχο καθεστώς των μπολσεβίκων σχεδόν καθ᾽ όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 1920 – αρχών της δεκαετίας του 1930. Αυτά αποδεικνύονται από όλη την επαίσχυντη δράση του εξάρχου του Θρόνου Κωνσταντινουπόλεως στη σοβιετική Μόσχα αρχιμανδρίτη Βασιλείου Δημοπούλου, ο οποίος στήριξε ενεργώς σχισματικούς μοντερνιστές. Οι απόψεις και οι τοποθετήσεις του εξάρχου του Κωνσταντινουπόλεως, οι οποίες στρέφονταν κατά της κανονικής Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, διαδόθηκαν στα πρωτοσέλιδα των μπολσεβικικών εφημερίδων. Σχετικά με τις σχέσεις της Κωνσταντινουπόλεως με τις σοβιετικές Αρχές, μπορούμε να υπενθυμίσουμε το εκ μέρους του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Γρηγορίου Ζ’ και «παντός του προλεταριάτου Κωνσταντινουπόλεως» αίτημα του αρχιμανδρίτη Βασιλείου  προς τον επικεφαλής της Γραμματείας θρησκευτικών υποθέσεων στο Προεδρείο της Κεντρικής Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΣΣΔ Πιότρ Σμίντοβιτς: «Αφού επικράτησε των εχθρών της, υπερκέρασε κάθε εμπόδιο, ισχυροποιήθηκε, η Σοβιετική Ρωσία μπορεί πλέον να ανταποκριθεί στα αιτήματα του προλεταρίου της Μέσης Ανατολής, του ευμενώς διακειμένου προς αυτήν και κατ᾽ αυτόν τον τρόπο ακόμη περισσότερο να τον στρέψει υπέρ αυτής. Είναι στο χέρι Σας, σύντροφε Σμίντοβιτς, να καταστήσετε το όνομα της Σοβιετικής Ρωσίας ακόμη δημοφιλέστερο στην Ανατολή, από ό,τι ήταν προηγουμένως. Και Σας αιτούμαι θερμώς να παράσχετε στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως μεγάλη εξυπηρέτηση, ως ισχυρή και κραταιή κυβέρνηση μιας ισχυρής δυνάμεως, πολύ περισσότερο που το Οικουμενικό Πατριαρχείο, το οποίο αναγνωρίζεται στην Ανατολή ως κεφαλή παντός του ορθόδοξου λαού, με τις ενέργειές του έδειξε σαφώς τη διάθεσή του υπέρ της σοβιετικής εξουσίας, την οποία και αναγνώρισε[2]», – υποστηρίζει ο πρωθιερέας Αντρέι.

Επίσης, προσθέτει ότι ο μακαριστός Πατριάρχης Μόσχας Αλέξιος Β´ δεν μπορούσε να πει στον Αγιώτατο Πατριάρχη Βαρθολομαίο εκείνα, που του αποδίδει ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος, καθ᾽ όσον το Οικουμενικό Πατριαρχείο «μέχρι το 2018 ούτε μια φορά και υπό καμία μορφή δεν ήγειρε ζήτημα μνημονεύσεως του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως στην Ουκρανία».

Σχολιάζοντας τα λόγια του Μακαριωτάτου Χρυσοστόμου: «Γνωρίζω ότι [το Πατριαρχείο Μόσχας] πήρε σήμερα δύο επαρχίες από τη Γεωργία, δύο επαρχίες από την Ουκρανία, πήρε τη μισή χριστιανοσύνη από την Πολωνία, πήρε επαρχίες από τη Ρουμανία», ο πρωθιερέας Αντρέι δηλώνει τα εξής:

«Οι ισχυρισμοί περί «κατάληψης» κάποιων επαρχιών σε αυτές τις χώρες δεν ευσταθούν και δεν ανταποκρίνονται στα πραγματικά γεγονότα. Η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία δήλωσε επανειλημμένως ότι αναγνωρίζει στην Αμπχαζία και τη Νότιο Οσετία μόνον τη δικαιοδοσία της Εκκλησίας της Γεωργίας, πράγμα για το οποίο υπάρχουν και σχετικές αποφάσεις της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας μας. Οι εκκλησιαστικές επαρχίες στην Κριμαία (οι οποίες στην πραγματικότητα είναι τρεις και όχι δύο) μετά από τις γνωστές πολιτικές εξελίξεις του 2014 δεν υπάχθηκαν άμεσα στην Ιερά Σύνοδο στη Μόσχα, αλλά μέχρι σήμερα παραμένουν υπό τη διοίκηση της κανονικής Ουκρανικής Ορθοδόξου Εκκλησίας και υπάγονται στη Σύνοδο στο Κίεβο.

Ο παράλογος ισχυρισμός περί «αρπαγής μισής χριστιανοσύνης από την Πολωνία» μπορεί να εξηγηθεί μόνον με έναν τρόπο. Προφανώς, ο αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος εννοεί τα γεγονότα της δεκαετίας του 1940, όταν τα εδάφη της Δυτικής Ουκρανίας, που ήταν μέρος της Πολωνίας, προσαρτήθηκαν στην ΕΣΣΔ, ενώ οι αντίστοιχες, εκκλησιαστικές επαρχίες της Εκκλησίας της Πολωνίας ενώθηκαν με το Πατριαρχείο Μόσχας. Ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος αγανακτεί για το γεγονός αυτό. Ανυπομονούμε, λοιπόν, να δούμε πότε θα απαιτήσει από τον Επιφάνιο Ντουμένκο να «επιστρέψει» αμέσως τις επαρχίες αυτές στην Εκκλησία της Πολωνίας, άλλωστε τώρα αυτά τα εδάφη αποτελούν μέρος της Ουκρανίας και η «ΟΕΟ» έχει εκεί δικές της «εκκλησιαστικές επαρχίες», σύμφωνα με τον περιβόητο παράνομο «Τόμο» του 2018 του ιδίου του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, του οποίου ένθερμος υποστηρικτής εμφανίζεται ο αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος».

«Σχετικά με την «κατάληψη δύο εκκλησιαστικών επαρχιών της Ρουμανίας» ο αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος θα έπρεπε να γνωρίζει ότι η επαρχία του Κισινιόφ της Ρωσικής Εκκλησίας στο έδαφος της ενσωματωθείσης στη Ρωσία Βεσσαραβίας ιδρύθηκε το 1813. Η Ρουμανία, ως ενιαίο κράτος, άρχισε να σχηματίζεται μετά από σχεδόν πενήντα χρόνια, το 1859», προσθέτει ο αρθρογράφος.

Ο πρωθιερέας Αντρέι αρνείται ότι η Ρωσική Εκκλησία μπορεί να αποστείλει δικό της επίσκοπο στην Κύπρο και υποστηρίζει ότι: «Το 2013, όταν η Κύπρος διερχόταν οικονομική κρίση, ο αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος ήταν πολύ ικανοποιημένος με την παρουσία Ρώσων στην Κύπρο. Πολύ περισσότερο, σχεδόν εκλιπαρούσε τους Ρώσους επιχειρηματίες να μην εγκαταλείψουν την Κύπρο και να μην αποσύρουν τις καταθέσεις τους από τις τράπεζες της Κύπρου. Ακόμη δήλωνε ότι ήταν πρόθυμος να μεταβεί στη Μόσχα και να παρακαλέσει γι᾽ αυτό προσωπικά τον Πρόεδρο της Ρωσίας Β. Πούτιν. Είναι αδύνατο εδώ να μην θυμηθούμε ότι και όταν στα Κατεχόμενα της Βόρειας Κύπρου πρόσφατα εμφανίσθηκαν σχισματικοί, ορμώμενοι από τη Ρωσική Εκκλησία και ίδρυσαν εκεί μια ενορία, οι επίσημοι εκπρόσωποι της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας καταδίκασαν απερίφραστα αυτήν την παράνομη παρέμβαση των σχισματικών στο κανονικό έδαφος της Εκκλησίας της Κύπρου».

 

[1] https://www.archons.org/-/ecumenical-patriarch-bartholomew-delivers-speech-to-the-ukrainian-nation-during-1020th-baptismal-anniversary-of-kiev-russia

[2] Шкаровский М. В. Константинопольская и Русская Церкви в период великих потрясений (1910-е – 1950-е годы) / Σκαρόφσκι Μ. Β. Οι Εκκλησίες Κωνσταντινουπόλεως και Ρωσίας την περίοδο των μεγάλων αναστατώσεων (1910-1950). М, 2019, с. 71.