3.1. Η Ορθόδοξοι Εκκλησία αποτελεί τον φύλακα της Παράδοσης και των ευλογημένων δωρεών της αρχαίας Εκκλησίας και για το λόγο αυτό κύριο σκοπό της στις επαφές με τους ετεροδόξους θεωρεί τη διαρκή και επίμονη μαρτυρία, η οποία οδηγεί προς την αποκάλυψη και την αποδοχή της αλήθειας που εκφράζεται μέσα στην Παράδοση. Όπως διατυπώθηκε στην απόφαση της Τρίτης Προσυνοδικής Πανορθόδοξης Διάσκεψης του 1986: «Η Ορθόδοξη Εκκλησία με τη βαθιά της πεποίθηση και την εκκλησιαστική της αυτοσυνειδησία ότι αποτελεί τον φορέα και δίνει την μαρτυρία της πίστεως και της παραδόσεως της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, πιστεύει ακράδαντα ότι κατέχει κεντρική θέση στην υπόθεση της προώθησης της ενότητας των Χριστιανών μέσα στο σύγχρονο κόσμο… Η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει ως αποστολή και υποχρέωσή της να μεταδώσει σε όλο το χριστιανικό κόσμο την εν Αγία Τριάδι και Ιερά Παραδόσει αλήθεια, η οποία και προσδίδει στην Εκκλησία τον καθολικό χαρακτήρα της…Η ευθύνη της Ορθόδοξης Εκκλησίας, όπως και η οικουμενική αποστολή της για την ενότητα της Εκκλησίας, έχουν εκφρασθεί στις Οικουμενικές Συνόδους. Αυτές, ιδιαίτερα, πρόβαλαν τον υφιστάμενο άρρηκτο δεσμό μεταξύ της ορθής πίστεως και της μυστηριακής κοινωνίας. Ορθόδοξη Εκκλησία πάντοτε επιζητούσε να προσελκύσει τις διάφορες χριστιανικές εκκλησίες και ομολογίες σε μία από κοινού πορεία αναζήτησης της χαμένης ενότητας των χριστιανών με σκοπό να καταλήξουν όλοι στην ενότητα της πίστεως…».
3.2. Σε κάθε μέλος της Εκκλησίας ανατίθεται η αποστολή της ορθόδοξης μαρτυρίας. Οι Ορθόδοξοι χριστιανοί πρέπει να συνειδητοποιούν σαφώς ότι η πίστη την οποία διατηρούν και ομολογούν έχει οικουμενικό και καθολικό χαρακτήρα. Η Εκκλησία δεν καλείται μόνο να διδάσκει τα δικά της τέκνα αλλά και να μαρτυρεί την αλήθεια σε όσους την εγκατέλειψαν. «Πῶς οὖν ἐπικαλέσονται εἰς ὃν οὐκ ἐπίστευσαν; πῶς δὲ πιστεύσουσιν οὗ οὐκ ἤκουσαν; πῶς δὲ ἀκούσουσι χωρὶς κηρύσσοντος;» (Ρωμ. 10.14). Το χρέος των Οροδόξων χριστιανών είναι να μαρτυρούν εκείνη την αλήθεια, τη διαφύλαξη της οποίας ανέλαβε για πάντα η Εκκλησία, διότι, σύμφωνα με τον Απόστολο Παύλο «Θεοῦ γάρ ἐσμεν συνεργοί» (Α Κορ. 3.9).