Με την ομάδα 250 μαθητών και καθηγητών της δευτεροβάθμιας εκπαιδεύσεως από τη Ρώμη, το Τορίνο, το Μιλάνο, τη Νεάπολη, τη Μεσσινία και το Παλέρμο, υπό τη διεύθυνση της Εταιρείας του Ιησού, είχε συνάντηση στις  10 Οκτωβρίου 2017 στην αίθουσα συνεδριάσεων του ξενοδοχείου “Danilovskaya” ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βολοκολάμσκ Ιλαρίωνας, Πρόεδρος του Τμήματος Εξωτερικών Εκκλησιαστικών Σχέσεων του Πατριαρχείου Μόσχας και Πρύτανης του Θεολογικού Ινστιτούτου Μεταπτυχιακών και Διδακτορικών Σπουδών «Οι Άγιοι Κύριλλος και Μεθόδιος». Επικεφαλής της ομάδας ήταν ο καθηγητής Ιερέας Μασσίμο Νεβόλα.

Ο Ιεράρχης καλωσόρισε θερμώς τους προσκεκλημένους, τονίζοντας ότι η συνάντηση φιλοξενείται πλησίον της πλέον αρχαιότερης Ιεράς Μονής της Μόσχας, εκείνης του Αγίου Δανιήλ. Κατά τη διάρκεια της ομιλίας του ο Πρόεδρος του ΤΕΕΣ αναφέρθηκε στην υπερχιλιετή ιστορία της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρωσίας, την πνευματική αναγέννηση, κατόπιν των διώξεων του 20 αιώνα, και τον εκκλησιαστικό βίο στις ημέρες μας. Μεταξύ άλλων ο Ιεράρχης τόνισε:

«Ο Άγιος Ισαπόστολος Πρίγκιπας Βλαδίμηρος εβάπτισε την Ρως το 988 και έκτοτε η Ορθόδοξη Εκκλσία της Ρωσίας ήταν πνευματική τροφός του λαού μας.

Τον 20 αιώνα η καθ’ἡμᾶς Εκκλησία βίωσε τη χαλεπότατη περίοδο δοκιμασιών. Ακριβώς προ εκατονταετίας το 1917 ξέσπασε η επανάσταση με αποτέλεσμα να ανέλθουν στην εξουσία οι μπολσεβίκοι, άνθρωποι οι οποίοι αγωνίσθησαν σκληρά κατά της Εκκλησίας. Αυτοί ήταν, οι οποίοι εξαπέλυσαν την άνευ προηγουμένου εκστρατεία κατά της Εκκλησίας.  Στα πλαίσια των διώξεων εκείνων, με αποκορύφωμα τις δεκαετίες 20’και 30’, οι κληρικοί, ὡς επί το πλείστον, εκτελέσθηκαν ενώ οι περισσότεροι Ιεροί Ναοί έκλεισαν, πολλοί εκ των οποίων τινάχθησαν στον αέρα. Έκλεισαν επίσης και όλες οι Ιερές Μονές και εκπαιδευτικά θεολογικά ιδρύματα.

Η κατάσταση άρχισε να αλλάζει κατά τη διάρκεια του πολέμου, αλλά οι διώξεις δεν έπαυσαν μέχρι το 1988, όταν εορτάσαμε την χιλιετηρίδα Βαπτίσεως των Ρως με επίκεντρο των εορτασμών αυτή την Μονή Αγίου Δανιήλ, η οποία ήταν μάλιστα η πρώτη Μονή, την οποία η Πολιτεία επέστρεψε στην Εκκλησία…

Έκτοτε άρχισε η περίοδος, την οποία χαρακτηρίζουμε ως Δευτέρα Βάπτιση των Ρως, δηλαδή η άνευ προηγουμένου στις εκτάσεις της αναζωογόνηση της εκκλησιαστικής ζωής στην πατρίδα μας».

Σύμφωνα με τον Ιεράρχη, σήμερα, 30 χρόνια μετά τους εορτασμούς του 1988, στη Ρωσική Εκκλησία υπάρχουν 36 χιλιάδες ενορίες (δηλαδή ετησίως σε λειτουργία τίθενται χίλια Ιεροί Ναοί ή τρεις Ναοί ανά ημέρα ). Το έτος 1988 η Ρωσική Εκκλησία είχε 21 μοναστήρια, αυτή τη στιγμή περισσότερα από 950, ενώ τα τρία Θεολογικά Σεμινάρια τότε έχουν εξελιχθεί σε 50 εκπαιδευτικά θεολογικά ιδρύματα και περίπου 50 Θεολογικές Σχολές ή Τομείς Θεολογίας, οι οποίοι λειτουργούν στα θύραθεν Πανεπιστήμια.

«Φρονώ ότι ποτέ στην ιστορία της χριστιανικής Εκκλησίας, δεν έχουμε ζήσει πνευματική αναγέννηση μίας τέτοιας κλίμακος. Ίσως κάτι παρόμοιο γινόταν με την υιοθέτηση του Διατάγματος των Μεδιολάνων στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, αλλά δεν διαθέτουμε στατιστικά στοιχεία εκείνης της εποχής. Και δεν νομίζω ότι ακόμη τότε λειτουργούσαν ανά τρεις Ναούς την ημέρα…

Ερχόμενος τακτικά στις Δυτικές χώρες και έχοντας επικοινωνία με αδελφούς Ρωμαιοκαθολικούς, στις κουβέντες μας ακούγω συχνά παράπονα ως προς τη συρρίκνωση του ποιμνίου με αποτέλεσμα να αδειάσουν οι Εκκλησίες, να πωλούνται ορισμένοι Ναοί, να  μετατρέπονται σε εστιατόρια και να λιγοστεύουν οι ιερατικές κλήσεις.  Ενώ άνθρωποι τινες στις χώρες αυτές ακόμη ισχυρίζονται ότι δεν έχει μέλλον ο χριστιανισμός στην Ευρώπη και ότι ο χριστιανισμός είναι παράγοντας του παρελθόντος. Όταν ακούγω τέτοια πράγματα, τους προτρέπω: «Ελάτε στη Ρωσία και να δείτε τι γίνεται, θα βεβαιωθείτε ότι ο χριστιανισμός έχει και το παρόν και το μέλλον», υπογράμμισε ο Μητροπολίτης Ιλαρίωνας.

Ο Ρώσος Ιεράρχης διερωτήθηκε, «διατί οι χριστιανική πίστη στη χώρα μας προκαλεί τόσο ζωηρό ενδιαφέρον και δημιουργεί τόση υποστήριξη των ανθρώπων, ενώ στη Δύση ζούμε εντελώς διαφορετικά πράγματα; Ένας από τους λόγους είναι επειδή στον τόπο αυτό πληρώσαμε ένα πολύ βαρύ τίμημα  για να έχουμε δικαίωμα να ομολογούμε τον Χριστό Θεό και Σωτήρα…».

Ο Μητροπολίτης Ιλαρίωνας αναφέρθηκε στις διαδικασείς στις Ευρωπαϊκές χώρες στο πολιτικό επίπεδο με αποτέλεσμα οι πολιτικοί να δηλώνουν: «Δεν πρέπει να μιλάμε για την Ευρώπη ως χριστιανική Ήπειρο. Εδώ πρέπει να επικρατήσει ο πλουραλισμός, γι΄αυτό δεν πρέπει να κάνουμε αναφορά στις χριστιανικές καταβολές της Ευρώπης».

Επίσης ο Μητροπολίτης Ιλαρίωνας έκανε μνεία στη θητεία του ως εκπρόσωπο της Ρωσικής Εκκλησίας στους Ευρωπαϊκούς διεθνείς οργανισμούς στις Βρυξέλλες, όταν καταβλήθηκαν προσπάθειες καταρτίσεως του Ευρωπαϊκού Συντάγματος, όπου υπήρχαν αναφορές στην Ελληνική φιλοσοφία, το Ρωμαϊκό δίκαιο και καθόλου στη δισχιλιετή χριστιανική ιστορία της Ευρώπης, κάτι το οποίο προκάλεσε ένσταση των εκπροσώπων των χριστιανικών Εκκλησιών. Σύμφωνα με την βαθιά πεποίθηση του Προέδρου του ΤΕΕΣ με την οριστική αποπομπή του Χριστού από την Ευρώπη σε δύο, τρεις ή τέσσερις γενιές τον τόπο αυτό θα κατοικείται από εντελώς άλλους ανθρώπους με άλλη θρησκεία. «Και μόνο σε περίπτωση να διαφυλάττει επιμελώς και να προωθεί η Ευρώπη  την χριστιανική κληρονομιά της θα δύναται να ανταποκριθεί στις προκλήσεις, τις οποίες αντιμετωπίζει σήμερα».

Ἐν κατακλείδι ο Ιεράρχης απάντησε στις ερωτήσεις του ακροατηρίου.