Τη Θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων στον Ιερό Ναό της Παναγίας Πάντων θλιβομένων η χαρά της Μόσχας τέλεσε στις 20 Απριλίου 2011 ο Μητροπολίτης Βολοκολάμσκ Ιλαρίωνας, Πρόεδρος του Τμήματος Εξωτερικών Εκκλησιαστικών Σχέσεων του Πατριαρχείου Μόσχας.

Μετά το πέρας της Θείας Μυσταγωγίας ο Μητροπολίτης Ιλαρίωνας κήρυξε το θείο λόγο όπου αναφέρθηκε στην Ευαγγελική περικοπή της ημέρας για την πόρνη, η οποία άλειψε με το μύρο τα πόδια του Ιησού.

Όλη η προηγούμενη ζωή αυτής της γυναίκα ήταν γεμάτη αμαρτίες κα ανομίες, πωλούσε το σώμα της διαστρεβλώνοντας την αντίληψη περί αγάπης μεταξύ άνδρα και γυναίκας, η οποία αποτελεί βάση του θεοσύστατου θεσμού όπως είναι ο γάμος.

Και ξαφνικά αυτή συναντάει τον Χριστό, έναν πράο άνθρωπο πορευόμενο στο εκούσιο θάνατο και αντιλαμβάνεται την ευκαιρία της και την ελπίδα να αλλάξει τη ζωή της και να σωθεί. Δεν Του λέγει τίποτε, ούτε παρακαλεί, αλλά με ταπείνωση, καθώς ήταν ανακείμενος και έτρωγε με τους μαθητές του, χύνει το μύρο στα πόδια του και σκουπίζει με τα μαλλιά της (πρβλ. Λκ. 7, 37-50).

Βλέποντας αυτά ο Ιούδας Ισκαριώτης, ο οποίος είχε ήδη έτοιμο το σχέδιο της παραδόσεως του Ιησού αναρωτήθηκε προς τι αυτή η απώλεια του μύρου; Καλύτερα να πουλήσαμε αυτό το μύρο και να τα δίδαμε τα χρήματα στους φτωχούς.

Έχουμε δυο μορφές μπροστά μας: από τη μια η γυναίκα, η οποία ίσως σπατάλησε όλα τα χρήματα που εισέπραξε με την αμαρτωλή της εργασία για να χύσει μύρο στα πόδια του Ανθρώπου, πορευόμενου για το Πάθος. Σύμφωνα με την υπόσχεση του Κυρίου όπου και διαβάζεται αυτή η ιστορία παντού μαθαίνουν για την πράξη αυτής της γυναίκας.

Και μια άλλη μορφή είναι εκείνη του Ιούδα. Ακριβώς εκείνη τη στιγμή όταν η γυναίκα καταβρέχει τα πόδια του Ιησού με τα δάκρυά της, κλαίγοντας την αμαρτωλή της ζωή, ένας από τους στενότατους μαθητές μελέτησε και πραγματοποίησε την προδοσία του Διδασκάλου. Η καρδιά του ήταν ανήσυχη, είχε αμφιταλαντεύσεις, δε μπορούσε να συμφιλιωθεί με τη σκέψη ότι η αγάπη του Θεού είναι σε θέση να νικήσει τις ανθρώπινες αμαρτίες, την αδικία και το κακό. Στο μυαλό του όλα ήταν σύμμορφα με τους ανθρώπινους νόμους και τους κανόνες αριθμητικής: υπάρχει ένα δοχείο με πολύτιμο μύρο συγκεκριμένης αξίας. Το μύρο που χύθηκε σα πόδια ενός ανθρώπου, έσω και Διδασκάλου, έστω και του Χριστού, θα μπορούσε να πουληθεί και να πάνε τα χρήματα για φιλανθρωπικούς σκοπούς.  Αυτή η αξιοποίηση του μύρου ήταν κατά τη γνώμη του θεάρεστη.

Εδώ οφείλονται οι ερωτήσεις ανθρώπων και στις μέρες μας: «Προς τι είναι τόση πολυτέλεια στην Εκκλησία, προς τι επιχρυσωμένα τέμπλα, πολύτιμες στολές των κληρικών; Προς τι όλη αυτή η ευπρέπεια, μήπως καλύτερα θα ήταν να πάνε να χρήματα για φιλανθρωπικούς σκοπούς;». Αυτή η ερώτηση ετίθετο  και τη δεκαετία του 90’ του περασμένου αιώνα, όταν τελούντο έργα αναστήλωσης του Καθεδρικού Ναού Χριστού του Σωτήρος. Βρέθηκαν κάποιο «φιλόπτωχοι και φιλάνθρωποι» οι οποίοι έλεγαν: «Προς τι αυτά τα τεράστια και ακριβά έργα, όταν τα χρήματα θα μπορούσαν να πάνε για την κατασκευή νοσοκομείων, ορφανοτροφείων και άλλους ευγενικούς σκοπούς;»

Αυτοί οι άνθρωποι δεν αντιλαμβάνονταν ή δε ήθελαν να αντιληφθούν ένα πολύ απλούστατο νόμο: όταν ο άνθρωπος προσφέρει μέσα για την ευπρέπεια του Ναού, για την επίχρυση του τέμπλου, για τις στολές των κληρικών, αυτό σημαίνει ότι αντιλαμβάνεται το Ναό ως οίκος του Θεού και τον θέλει να είναι κοσμημένος και ευπρεπής. Όσοι προσφέρουν χρήματα στο Ναό, κατά κανόνα αφιερώνουν και στο ορφανοτροφείο και άλλους φιλανθρωπικούς σκοπούς.

Υπάρχει νόμος της αγάπης, σύμφωνα με τον οποίο κινείται ο Θεός και καλεί να κινούμαστε κι εμείς. Υπάρχει όμως και νόμος της ανθρώπινης δικαιοσύνης σύμφωνα με τον οποίο κινούνται άνθρωποι σε αυτό τον κόσμο. Και είναι δύσκολο να συμβιβαστούν και οι δυο.

Ένας άνθρωπος που κινείται σύμφωνα με το νόμο της αγάπης ως προτεραιότητά του έχει τη θεία δικαιοσύνη, τη αγάπη στο Θεό και το πλησίον. Θα θυσιάσει ακόμα και την ίδια τη ζωή του, εάν θα τον καλέσει ο Κύριος. Η αγάπη του Θεού ήταν εκείνή, η οποία προσέλκυε τους μάρτυρες στο μαρτύριο. Έτσι κάνουν οι άνθρωποι που φροντίζουν τους πλησίον τους και είναι σε θέση να ανταποκριθούν στην ανθρώπινη συμφορά.

Ο Θεός μας καλεί να ακολουθήσουμε το νόμο της αγάπης και κάθε θυσία μας θα ανταποδοθεί εκατονταπλασίως, διότι μετατρέπεται στην αγάπη του Θεού, η οποία χύνεται πλούσια πάνω μας και μέσα από μας στους άλλους.

Στην καρδιά της αμαρτωλής γυναίκας όπως ακούσαμε σήμερα στο Ευαγγέλιο υπήρχε θέση για το Θεό. Και όταν συναντήθηκε πρόσωπο με πρόσωπο με τη θεία αγάπη, αποδείχθηκε ικανή να κάνει θυσία, την οποία μνημονεύουμε κάθε χρόνο την παραμονή των Παθών του Κυρίου. Από την πράξη της μαθαίνουμε ότι ποτέ δεν είναι αργά η μετάνοια. Όσο κακώς και να έζησε ο άνθρωπος παλαιότερα, πάντα μπορεί να στραφεί στον Χριστό και ποτέ δε θα απορριφθεί. Ο Χριστός δέχεται τη μετάνοια του ανθρώπου ακόμα και την τελευταία στιγμή της ζωής του, όπως ακριβώς συνέβη με το φρόνιμο ληστή.

Όλα αυτά και κυρίως ο λυτρωτικός αγώνας του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού μας διδάσκει μια απλή αλήθεια: δεν υπάρχουν όρια για τη θεία αγάπη, η θεία αγάπη υπερβαίνει κάθε ανθρώπινη αμαρτωλότητα και κάθε ανθρώπινη αδυναμία. Αυτή η αγάπη είναι ικανή να υπερβεί κάθε αμαρτία που διαπράξαμε με την προϋπόθεση να βρούμε κι εμείς τις δυνάμεις να μετανιώσουμε και παρομοίως με τη αμαρτωλή γυναίκα να χύνουμε στα πόδια του Σωτήρα το πολύτιμο μύρο, το μύρο των φιλανθρωπικών έργων και της προσευχής. Και εάν σαν το φρόνιμο ληστή έστω και κατά την έξοδό μας από αυτή τη ζωή να απευθυνθούμε στο Θεό εκείνα: «Μνήσθητι μου Κύρις, όταν έλθεις εν τη Βασιλεία Σου!».