Στην πανηγυρική συνεδρίαση της Ιεράς Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Κύπρου στην Ιεράς Αρχιεπισκοπή Κύπρου, στις 8 Ιουνίου 2012, παρέστησαν ο Αγιώτατος Πατριάρχης Μόσχας και Πασών των Ρωσιών Κύριλλος, Μητροπολίτης Βολοκολάμσκ Ιλαρίωνας, Πρόεδρος του Τμήματος Εξωτερικών Εκκλησιαστικών Σχέσεων του Πατριαρχείου Μόσχας, ο Επίσκοπος Σολνετσνογκόρσκ Σέργιος, Διευθυντής της Διοικητικής Γραμματείας του Πατριαρχείου Μόσχας. Την αντιπροσωπεία της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρωσίας επίσης συναπαρτίζουν κ. Β. Λεγκοΐντα, Πρόεδρος του Συνοδικού Τμήματος Πληροφορειών, ο πρωθιερέας Νικόλαος Μπαλασώφ, αναπηρωτής Πρόεδρος του ΤΕΕΣ, ο πρωθιερέας Ίγκορ Γιακιμτσούκ, Γραμματέας του ΤΕΕΣ επί των διορθοδόξων σχέσεων και άλλοι. Προ της ενάρξεως της συνεδριάσεως ετελέσθη δοξολογία.

Προσφωνώντας τον Αγιώτατο Πατριάρχη Μόσχας και Πασών των Ρωσιών Κύριλλο ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Νέας Ιουστινιανής και πάσης Κύπρου Χρυσόστομος τόνισε: «Δια τούτο  αγάλλεται  και χαίρει η Εκκλησία τού Αποστόλου Βαρνάβα, Μακαριώτατε, σήμερα, διότι στο σεπτό πρόσωπο τής Υμετέρας πολυσεβάστου Μακαριότητας και στα πρόσωπα των Μελών τής συνοδίας Σας, υποδεχόμαστε την αδελφή Εκκλησία τής Ρωσίας». Με θαλπωρή στην καρδιά ο Μακαριώτατος κ. Χρυσόστομος αναφέρθηκε στην ειρηνική του επίσκεψη προς την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ρωσίας το 2008: «Η επίσκεψή μας εκείνη μάς παρέσχε τη δυνατότητα να γνωρίσουμε εκ του σύνεγγυς τους αγώνες για την Ορθοδοξία μας και τις εκατόμβες των θυσιών τής μαρτυρικής και αγωνιστικής  Εκκλησία Σας. Αναλογιστήκαμε, με βαθύτατο θαυμασμό, την οδύνη, τις διώξεις, τις δολοφονίες και τις κακουχίες τις οποίες «δια πυρός και ύδατος» διήλθατε κατά την εβδομηκοντάχρονη  περίοδο  τού άθεου κομμουνιστικού καθεστώτος…Σταθήκαμε με θαυμασμό μπροστά από τα υπέροχα μνημεία τής λατρείας Σας, τα οποία δια μέσου των αιώνων διαλαλούν τον χριστιανικό Σας πολιτισμό και τα οποία υπήρξαν ο πνευματικός καρπός τής αγάπης και τής ευσέβειας τού Ρωσικού λαού προς την αγλαόκαρπη  Ορθοδοξία μας.

Σε κάθε μας επίσκεψή στα σεβάσμια προσκυνήματά Σας, νοιώθαμε και βιώναμε ως τα τρίσβαθα τής ψυχής μας την  ευωδία και την αύρα τής αγιότητας  των μαρτύρων Σας να δροσίζει και να αναψύχει τις καρδιές μας, αφού τους νοιώθαμε και ως δικούς μας».

Επίσης ο Προκαθήμενος της Εκκλησίας της Κύπρου υπογράμμισε ότι η Ορθοδοξία και ως  διαχρονική έννοια και προ παντός ως βίωμα ζωής υπερβαίνει τις έννοιες τού κράτους και του έθνους. «Η αγιαστική εκείνη αύρα, νοιώθουμε να διασχίζει την απεραντοσύνη τής ρωσικής γης, να διαπερνάει τον Εύξεινο Πόντο και το Αιγαίο πέλαγος, να καταφθάνει στη θαλασσοφίλητη νήσο μας και να ευφραίνει και πάλι κατά τρόπο έντονα χριστιανικό  και μυρόβλητο τις ψυχές μας».

Ακόμα χαρακτηρίζοντας την ειρηνική επίσκεψη του Ρώσου Προκαθημένου ο κ. Χρυσόστομος επεσήμανε: «Η παρουσία Σας ανάμεσά μας αποτελεί τρανή απόδειξη τής έκπαλαι αδελφικής ενότητας των Εκκλησιών μας και των στενότατων σχέσεων αγάπης, σύμπνοιας και αλληλοσυμπαράστασης, που ήδη κατεγράφησαν στην ιστορία. Εμείς, ως Εκκλησία Κύπρου, ομολογούμε με αισθήματα βαθύτατης ευγνωμοσύνης ότι ουχ άπαξ αλλά  πολλάκις  η Ρωσική Εκκλησία ήλθε αρωγός και συμπαραστάτης στον πολύπαθο λαό μας».

Όπως ανέφερε ο Αρχιεπίσκοπος Νέας Ιουστινιανής και πάσης Κύπρου Χρυσόστομος ο Κυπριακός λαός, όπως και στο παρελθόν, έτσι και σήμερα, στρέφει ελπιδοφόρα τα βλέμματα του προς την ομόδοξη αδελφή εκκλησία τής Ρωσίας. Στη σημερινή περίπλοκη και τραγική κατάσταση οι Κύπριοι πολίτες προσδοκούν ότι η Εκκλησία της Ρωσίας θα συνεχίζει να καταβάλλει τις προσπάθειές της για τη διευθέτηση του Κυπριακού.

Από την πλευρά του αντιφωνώντας ο Προκαθήμενος της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρωσίας μεταξύ άλλων ανέφερε: «Μακαριώτατε Αρχιεπίσκοπε Νέας Ιουστινιανής και πάσης Κύπρου κ.κ. Χρυσόστομε, Σεβασμιώτατοι και Θεοφιλέστατοι μέλη της Ιεράς Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Κύπρου. Μετ΄ευγνωμοσύνης προς τον Θεό και σκιρτήματος πνευματικού πατήσαμε στην ευλογημένη και ομολογητική γη της Κύπρου. Εδώ ήταν που βάδισαν οι Άγιοι Απόστολοι Παύλος, Βαρνάβας και Μάρκος. Εδώ δραστηριοποιήθηκε ένας εκ των πρώτων Επισκόπων της Λάζαρος ο Τετραήμερος, φίλος του Χριστού, τον οποίο ανέστησε ο Σωτήρ ημών την κοινήν μας Ανάστασιν πιστούμενος (Απολυτίκιο του Σαββάτου του Λαζάρου και της Κυριακής των Βαΐων). Αυτή η γη διατηρεί μέσα της τη μνήμη της ιστορίας της Εκκλησίας φανερής και κρυφής, μεγάλης στις ορατές πράξεις και στον εσωτερικό σιωπηλό αγώνα, ένδοξης ανάμεσα στους ανθρώπους, αλλά εν πληρώματί της γνωστής μόνο στον Θεό.

Από πολλές δοκιμασίες διήλθε στο παρελθόν της η Εκκλησία της Κύπρου, επίσης από μεγάλες δοκιμασίες διέρχεται και σήμερα. Και όμως πράγματι επαληθεύεται η διακήρυξη του Κυρίου ότι οι πύλαι Άδου ου κατίσχυσαν αυτής (πρβλ. Μθ. 16.18), διότι στηρίζεται επί σταθερού θεμελίου της ακλόνητης αφοσίωσης προς τον Χριστό. Ακόμα και σε πιο χαλεπές εποχές η Εκκλησία πάντα έμεινε και μένει στο πλευρό του λαού της, με την άπειρη θυσία της συσταυρούμενη μαζί του με τον Χριστό και φέρνοντάς τον προς τη Συνανάσταση με τον Κύριο.

Ση συνείδηση των Ρώσων η «Νήσος των Αγίων» είναι αρρήκτως συνδεδεμένη προς τους Αγίους Τόπους. Η αρχαιότερη γραπτή μαρτυρία για την Κύπρο από τους Ρώσους είναι εκείνη του Ηγουμένου Δανιήλ, ο οποίος στις αρχές του ΙΒ΄ αιώνος πραγματοποίησε προσκυνηματική περιήγηση στους Αγίους Τόπους προσκυνώντας καθ΄οδόν τα ιερά σεβάσματα της νήσου. Έκτοτε μεγάλο πλήθος προσκυνητών από την Αγία Ρωσία πέρασαν από την Κύπρο, καταφεύγοντας εδώ στη δύναμη του Τιμίου Σταυρού του Κυρίου στην Ιερά Μονή Σταυροβουνίου, στην προστασία της Παναγίας της Ιεράς Μονής Κύκκου και του Αγίου Αποστόλου Βαρνάβα, των Αγίων Λαζάρου και Επιφανίου. Οι συμπατριώτες μας εδώ προσέφεραν τον οβολό τους αφήνοντας επίσης και ένα μέρος της ευσεβούς τους καρδιάς.

Πέραν αυτού η ομόδοξος Κύπρος αποτελεί πλέον φιλόξενο σπίτι για πολλούς εκ των συμπατριωτών μας, οι οποίοι εγκατέλειψαν την Πατριδα τους στα δύσκολα χρόνια της οικονομικής και πολιτικής ανασυγκρότησης. Εδώ δεν βρήκαν μόνο τις ευνοϊκές συνήθκες για τη ζωή τους, αλλά και τη χαρά επικοινωνίας με τον ομόδοξο Ορθόδοξο λαό, το ενδιαφέρον της Ιεραρχίας και του ιερού κλήρου της Εκκλησίας της Κύπρου για τις λειτουργικές τους ανάγκες.

Επί μακρά περίοδο τριάντα οχτώ ολόκληρων ετών η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ρωσίας με πόνο καρδιάς συμπάσχει για την Εκκλησία της Κύπρου και το λαό της λόγω της ανεπούλωτης μέχρι σήμερα πληγής της βίαιης διχοτόμησης της νήσου και της διακρίσεως σε βάρος των Ορθοδόξων χριστιανών στα κατεχόμενα.

Και όμως ἡ γὰρ δύναμίς του Θεού ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται, λέγει ο Κύριος (πρβλ. Β΄ Κορ. 12. 9). Παρά τη λύπη της για τα υπό διάλυση ή βεβήλωση  ιερά χριστιανικά σεβάσματα της Βόρειου Κύπρου, παρά τις συνεχείς παραβιάσεις  των θρησκευτικών ελευθεριών των Ορθοδόξων κατοίκων, η Εκκλησία της Κύπρου σημειώνει σταθερή ανάπτυξη. Μετά χαράς για τα του οίκου σας πληροφορηθήκαμε την αύξηση του αριθμού των Ιερών Μητροπόλεων και Επισκοπών της Εκκλησίας της Κύπρου, πράγμα το οποίο της επιτρέπει να αποφασίζει αυτοτελώς για το κάθε εκκλησιαστικό ζήτημα.

Η προσέγγιση του Επισκόπου προς το ποίμνιό του, κάτι το οποίο γίνεται στην Εκκλησία της Κύπρου στα πλαίσια αυτής της μεταρρυθμίσεως, δεν αποτελεί μόνο επαναφορά της αρχαίας χριστιανικής πράξεως, αλλά και ένα αποδοτικό εργαλείο στον τομέα της αποστολής της Εκκλησίας στο σημερινό κόσμο. Τα τελευταία η Ρωσική Εκκλησία αποτελεσματικά ιδρύει νέες επαρχίες συναποτελούσες Ιερές Μητροπόλεις ακριβώς για να πετύχουμε τη μεγαλύτερη προσέγγιση του Επίσκοπο προς το ποίμνιό του, προς την πραγματική ενοριακή ζωή. Αυτές τις αποφάσεις αποτελούν σήμερα προτεραιότητες στο έργο της Ιεράς Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρωσίας.

Αντιλαμβανόμαστε ότι οι τεράστιες αποστάσεις της Ρωσίας και οι τεράστιες εκτάσεις μιας επαρχίας, όταν ο πληθυσμός μιας επαρχίας υπερβαίναι ένα, δυο ή τρία εκατομμύρια είναι ο λόγος διατί προχωρήσαμε στην ίδρυση νέων επαρχιών εντός των ορίων των παλαιών μεγάλων. Ακολουθώντας την αρχαία παράδοση ενώνουμε αυτές τις επαρχίες σε μια Μητρόπολη στα πλαίσια μιας διοικητικής περιφέρειας.  Συνεχίζεται αυτό το έργο και χαιρόμαστε που η Κυπριακή Εκκλησία πορεύεται προς την ίδια κατεύθυνση ώστε να πετύχει την προσέγγιση του οικείου ποιμενάρχη προς τον πστό λαό του.

Σκληραγωγημένη από τις δοκιμασίες η Εκκλησία της Κύπρου αναδεικνύεται ισχυρή και με την αίσθηση ευθύνης, την οποία της διακρίνει, για τους Ορθοδόξους αδελφούς της καθόλου περιοχής της Μέσης Ανατολής. Την τελευταία διετία με την πρωτοβουλία της Μακαριώτητάς Σας ενισχύθηκε η συνεργασία μεταξύ των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών της Μέσης Ανατολής και της Βορείου Αφρικής εν όψη της νέας προκλήσεως της εποχής μας, δηλαδή της απειλής για την ύπαρξη των αδελφών μας στα ανέκαθεν χριστιανικά εδάφη. Η Εκκλησία της Ρωσίας, ελέω Θεού και κατορθώμασι των νεομαρτύρων αναστηθείσα μέσα από τα ερείπια, επίσης υψώνει τη φωνή της υπέρ των δεδιωγμένων χριστιανών της Μέσης Ανατολής και Βορείου Αφρικής. Αρχίζοντας σήμερα την επίσκεψή μου προς την Ορθόδοξη Εκκλησία της Κύπρου, θέλω να προσκυνήσω τους αγώνες της, τα ιερά της σεβάσματα, να διατρανώσω την αδελφική μου αγάπη προς το σεπτό πρόσωπο του Προκαθημένου αυτής τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο και τους Περί Αυτον Συνεπισκόπους, να επαναβεβαιώσω τα φιλικά μας αισθήματα προς όλο τον Κυπριακό λαό. Καθήκον μου επίσης θεωρώ να δηλώσω τη συμπαράστασή μου προς την Εκκλησία της Κύπρου τον καιρό των δοκιμασιών, να υψώσω τη φωνή μου υπέρ των χριστιανικών ιερών σεβασμάτων, να συζητήσω κοινές ενέργειες αποβλέπουσες στη διατήρηση της χριστιανικής παρουσίας στην περιοχή.

Είθε η ένθερμη αγάπη των τέκνων της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ρωσίας, την οποία Σας μεταφέρω, να Σας στηρίζει, Μακαριώτατε, όπως και τους αδελφούς αρχιερείς και φιλόθεους ποιμένες της Κυπριακής Εκκλησίας σε όλες τις περιστάσεις και να Σας ενθαρρύνει να συνεχίζετε τη θυσιαστική Σας προσφορά προς δόξαν της Αγίας Ορθοδοξίας!

Πολλά τα έτη Σας Μακαριώτατε! Πολλά τα έτη Σας Σεβασμιώτατοι και Θεοφιλέστατοι! Χάρις ὑμῖν καὶ εἰρήνη ἀπὸ Θεοῦ πατρὸς ἡμῶν καὶ Κυρίου ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ (Φιλ. 1. 3)».

Σε ανάμνηση της επισκέψεως στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου ο Αγιώτατος Πατριάρχης Κύριλλος επέδωσε στον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο μια εικόνα της Παναγίας Οδηγήτριας.

Μετά το πέρας της συνεδριάσεως η αντιπροσωπεία της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρωσίας ξεναγήθηκε στο διαμέρισμα του πρώτου Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ΄.