Δήλωση της Ιεράς Συνόδου της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ρωσίας με αφορμή την αύξηση των κρουσμάτων της χριστιανοφοβίας στον κόσμο
Το κείμενο ενεκρίθη στη συνεδρία της Ιεράς Συνόδου της Ρωσική Ορθόδοξης Εκκλησίας στις 30 Μαΐου 2011 (πρακτικό № 51).
Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ρωσίας με έντονη ανησυχία δέχεται μηνύματα από διάφορες χώρες του κόσμου για τα αυξανόμενα κρούσματα της χριστιανοφοβίας. Οι χριστιανοί υφίστανται διωγμούς, πέφτουν θύματα μισαλλοδοξίας και διακρίσεως υπό διάφορες μορφές. Τα πρόσφατα γεγονότα 7-8 Μαΐου στη Γκίζα της Αιγύπτου, όταν στη διάρκεια των μαζικών αναταραχών κάηκαν από εμπρησμό χριστιανικοί ναοί και σκοτώθηκαν πιστοί της Κοπτικής Εκκλησίας, αποτελούν ένα μόνο κρίκο ολόκληρης της αλυσίδας των παρόμοιων γεγονότων. Οι αδελφοί και αδελφές μας δολοφονούνται, διώχνονται από τα σπίτια τους, απομακρύνονται από τους συγγενείς και οικείους, στερούνται του δικαιώματός τους για να πρεσβεύουν το θρησκευτικό τους δόγμα και να ανατρέφουν τα παιδία τους σύμφωνα με την πίστη τους. Δυστυχώς τα κρούσματα της χριστιανοφοβίας δε μπορούν να ερμηνευθούν ως απομονωμένα επεισόδια, διότι αποκτούν χαρακτήρα μόνιμης τάσεως σε ορισμένες περιοχές του κόσμου.
Εκδηλώσεις διακρίσεως σε βάρος των χριστιανών διαφέρουν από χώρα σε χώρα. Υπάρχουν περιπτώσεις όταν οι χριστιανοί δέχονται επιθέσεις χουλιγκανικού χαρακτήρα, το οποίο αποτελεί συνήθως εκδήλωση εξτρεμισμού με βάση τη θρησκεία. Σε ορισμένες χώρες όπου οι χριστιανοί αποτελούν μειοψηφία η ελευθερία της εκφράσεώς τους περιορίζεται σημαντικά: αυτό αφορά στην τέλεση θρησκευτικών ακολουθιών, την κατοχή της περιουσίας καθώς και τη δημιουργία και τη λειτουργία των θεολογικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Υπάρχουν ακόμα περιπτώσεις λήψεως σε βάρος των χριστιανών εξαιρετικά σκληρών δικαστικών αποφάσεων και ακόμα καταδίκες σε θάνατο με βάση τους νόμους περί βλασφημίας (η οποία σε αυτές τις περιπτώσεις επικαλείται εάν ακόμα πρόκειται για διαφωνία με τα πιστεύω των άλλων θρησκειών). Αλλά ακόμα και σε εκείνες τις χώρες όπου η χριστιανοφοβία εκδηλώνεται στην αντιμετώπιση των χριστιανών ως «πολιτών της υποδεέστερης κατηγορίας», η θέση των αδελφών μας δεν είναι εύκολη. Όλα αυτά οδηγούν στη μαζική μετανάστευση χριστιανών από τις χώρες όπου έμειναν επί αιώνες, πράγμα το οποίο παρατηρούμε στο σύγχρονο Ιράκ και σε μερικές άλλες χώρες της Μέσης Ανατολής.
Ταυτόχρονα τα κρούσματα της χριστιανοφοβίας καταγράφονται και στις χώρες όπου η πλειοψηφία των πολιτών πρεσβεύουν το χριστιανισμό. Η κυριαρχία μιας σκληρής και ενίοτε επιθετικής εκκοσμίκευσης οδηγεί στην εξώθηση των χριστιανών από τον κοινωνικό βίο ενώ οι δημόσιες δηλώσεις και ενέργειες που υπαγορεύονται από τη χριστιανική πίστη και έχουν κυρίως σχέση με την ηθική αξιολόγηση των κοινωνικών εξελίξεων, προκαλούν αρνητική αντίδραση.
Παρατηρώντας την αύξηση των κρουσμάτων της χριστιανοφοβίας, της διακρίσεως και των διωγμών σε βάρος των χριστιανών διαφόρων ομολογιών, δεν επιδιώκουμε την ανάμειξη στα εσωτερικά των κρατών ούτε καλούμε να το κάνει η διεθνής κοινότητα. Ο χριστιανισμός διδάσκει τους οπαδούς τους να είναι νομοταγείς πολίτες και να σέβονται τις νόμιμες αρχές, σύμφωνα με τα λόγια του Αποστόλου Παύλου: Πάσα ψυχὴ ἐξουσίαις ὑπερεχούσαις ὑποτασσέσθω (Ρωμ. 13. 1). Ταυτόχρονα και οι κυβερνήσεις, υπεύθυνες έναντι των πολιτών τους, έχουν υποχρέωση να σέβονται την αξιοπρέπεια και τα δικαιώματα των ανθρώπων και, επομένως, να εξασφαλίζουν την θρησκευτική ελευθερία και την ασφάλεια των θρησκευτικών κοινοτήτων.
Επίσης δεν βλέπουμε άλλες θρησκείες ως αφετηρίες της χριστιανοφοβίας. Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ρωσίας πάντα τασσόταν κατά οποιασδήποτε διακρίσεως των πολιτών και των λαών για θρησκευτικούς λόγους και, ειδικότερα, καταδίκαζε δριμύτατα κάθε κρούσμα αντισημιτισμού και ισλαμοφοβίας. Στη Ρωσία και στις άλλες χώρες της κανονικής δικαιοδοσίας του Πατριαρχείου Μόσχας, έχουμε αποκτήσει την πλουσιότερη εμπειρία της ειρηνικής συνυπάρξεως των θρησκειών, του αμοιβαίου σεβασμού και της διαθρησκειακής αλληλεγγύης. Είμαστε πρόθυμοι να μοιράσουμε αυτή την εμπειρία με όλους όσοι επιθυμούν την οικοδόμηση μιας δίκαιης κοινωνίας.
Η χριστιανοφοβία εκδηλώνεται κυρίως κατά την εκμετάλλευση των θρησκευτικών διαφορών στον πολιτικό αγώνα κατ΄εξοχίν από τις εξτρεμιστικές δυνάμεις, οι οποίες επιδιώκουν σκοπούς ασυμβίβαστους με το καλό όλης της κοινωνίας. Αυτά τα κρούσματα είναι αναμφίβολα καταδικαστέα από όλες τις υγιείς κοινωνικές δυνάμεις, συμπεριλαμβανομένων και εκπροσώπων των Πολιτειακών αρχών και θρησκευτικών παραγόντων. Η αντιμετώπιση της διακρίσεως για θρησκευτικούς λόγους είναι εφικτή μόνο με το διευρυμένο διάλογο με τη συμμετοχή των Κυβερνήσεων, των διεθνών οργανισμών, των θρησκευτικών κοινοτήτων και των εκπροσώπων της κοινωνίας των πολιτών.
Καλούμε τη διεθνή κοινότητα, τους θρησκευτικούς ηγέτες και όλες τις υπεύθυνες κοινωνικές δυνάμεις στην δημιουργία ενός καθολικού και λειτουργικού μηχανισμού προστασίας των χριστιανών και των χριστιανικών κοινοτήτων, οι οποίοι υφίστανται διωγμούς ή περιορίζονται ο θρησκευτικός τους βίος και η δράση τους.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ρωσίας τάσσεται υπέρ της εντατικοποίησης του διαλόγου των θρησκευτικών ηγετών με τη διεθνή κοινότητα με σκοπό την εκπόνηση αρχών της ειρηνικής συμβίωσης των πιστών των διαφόρων παραδόσεων.
Δηλώνουμε αλληλέγγυοι στους χριστιανούς αδελφούς και αδελφές μας, οι οποίοι υφίστανται διάκριση, διωγμούς ή βία, συμπάσχουμε με τις ταλαιπωρίες και στερήσεις τους όπου της γης και αν ευρίσκονται.
Προσευχόμαστε και καλούμε τα πιστά τέκνα της Εκκλησίας να ενισχύσουν τις προσευχές για ταλαιπωρημένους και διωκόμενους αδελφούς και αδελφές, για την ενίσχυση της πίστεως και της πνευματικής ανδρείας τους.