Εις το όνομα του Πατρός, και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος!

Μετά χαράς μεγάλης και ἐν απλότητι καρδίας (Κολ. 3. 22) εορτάζουμε σήμερον την ημέρα του Βαπτίσματος των Ρώς, την ημέρα της τελευτής του αγίου ισαποστόλου Μεγάλου Πρίγκιπα Βλαδιμήρου, κατά βούλησιν και με προσπάθειες του οποίου εβαπτίστηκε ο λαός μας, έχοντας ανοίξει μια καινούργια σελίδα της ιστορίας του. Σήμερον η προσοχή μας ελκύεται από το κατά Ιωάννην ευαγγέλιον, το οποίο με έναν τρόπο θαυμαστό μας βοηθάει εις την κατανόηση της ιεραποστολής του πρίγκιπα Βλαδιμήρου και πάντων όσα έπραξεν. Μας βοηθάει και να κατανοήσουμε το διά τί η πνευματική και η εκκλησιαστική ιστορία του λαού μας δημιουργήθηκε με τέτοιο τρόπο και όχι αλλιώς.

Στην ευαγγελική κατά Ιωάννην περικοπή, η οποία μόλις έχει απαγγελθεί, ευρίσκουμε τον εξής λόγον του Κυρίου· Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ἡμῖν… πάντες ὅσοι ἦλθον πρὸ ἐμοῦ κλέπται εἰσὶν καὶ λῇσταί· ἀλλ’οὐκ ἤκουσαν αὐτῶν τὰ πρόβατα (Ιω. 10. 1, 8).

Περί τίνος έλεγε ο Κύριος στους αποστόλους; Έλεγε μάλλον για κάτι εμφανέστατο, εφ’όσον τον τρομερόν Τού λόγο δέχθηκαν οι ακροατές ως διαπίστωση ενός γνωστού γεγονότος. Ποιά ήταν άραγε τα γεγονότα αυτά;

Στον λαό του Ισραήλ εμφανίζονταν κατά καιρούς οι άνθρωποι, οι οποίοι κήρυσσαν τον εαυτό τους «προφήτες», και μάλιστα «μεσσίαι». Μερικοί απ’αυτούς επωφελούνταν από το κήρυγμα τούτο για ν’αποκτήσουν την προσωπική τους εξουσία και πλούτο. Άλλοι όμως έπραξαν, ως φαινόταν, καλώς· ήτανε (ή επιθυμούσαν να είναι) επικεφαλής της μάχης των Εβραίων για την ανεξαρτησία από τη Ρώμη. Αυτή την πρόθεση του λαού του προς την ανεξαρτησία ο Κύριος δεν κατακρίνει, αλλά ονόμασε κλέπτες εκείνους, οι οποίοι κλέπτουν το ιερότατο και το μέγιστο στην θεοσέβεια της Παλαιάς Διαθήκης – την αναμονή του Σωτήρος και του Μεσσία – και χρησμοποιούν την ελπιδοφόρα αναμονή ετούτη για τους γηινούς πολιτικούς σκοπούς.

Τίποτα κακό δεν ήταν στο να αγωνίζεται ο λαός κατά των ξένων κατακτητών. Αντιθέτως, αυτό ήταν σωστό και καλό – και μάλλον, αν ο λαός απευθυνόταν στον Θεό με ικεσία βοήθειας, θα χάριζε ο Κύριος την βοήθεια αυτή. Μα δεν ήταν η βοήθεια του Θεού αυτό που ζητούσαν όποιοι ονόμασαν μεσσία τον εαυτό τους για να καλέσουν τον κόσμο στην πολιτική τους μάχη!

Τους ονομάζει κλέπτες ο Κύριος, διότι κλέπτουν το αγιώτατο που έχουν οι άνθρωποι – κλέπτουν τον Θεό, το νόημα του σωτηρίου μηνύματός του για τους ανθρώπους. Τα τρομερά λόγια του Σωτήρος, μάς βοηθούν να κατανοήσουμε πόσον φοβερό, πόσον καταστρεπτικό είναι να επωφελείται κανείς του λόγου του Θεού όχι για τη σωτηρία των ανθρώπων, αλλά – κάτι, πού διαστρεβλώνει την ίδια τη φύση του Θείου λόγου – για να τους καλέσει στους σκοπούς, τους οποίους ο Κύριος δεν όρισε στόχο της ανθρώπινης σωτηρίας.

Πολλά ωραία πράγματα υπάρχουν στη ζωή μας – απ’αυτά που επιδιώκουν οι άνθρωποι με τη βοήθεια του Θεού· ίδρυση του κράτους, κατάκτηση ανεξαρτησίας, υποστήριξη της πολιτιστικής ζωής… Και μπορεί να προσεύχονται πολλοί εις τον Θεό για να τους βοηθήσει σ’αυτό το δρόμο. Μα είναι αδύνατον να κλέψει κανείς την ιεραποστολή αυτού του Σωτήρος και Μεσσίου ημών και να καλέσει τους ανθρώπους εξ ονόματος Θεού σε κατι, στο οποίο αυτός ο Σωτήρ δεν τους κάλεσε.

Σήμερον αναθυμούμαστε και έναν άλλον υπηρέτη της δικαιοσύνης του Θεού – τον Άγιο Απόστολο Παύλο. Σε κάθε σχεδόν λειτουργία απαγγέλλουμε τις επιστολές του, αναμιμνήσκουμε την οδό της ζωής του. Και ο πρίγκιπας Βλαδίμηρος, και ο Παύλος-Σαύλος πριν από τη μεταστροφή τους υπηρετούσαν τους σκοπούς και τις αξίες, οι οποίες δεν ήταν η δικαοσύνη του Θεού. Αλλά σε κάποια στιγμή στράφηκαν στο Χριστό, πέρασαν τον ίδιο πόνο, την ίδιαν αγωνίαν, την ίδιαν τύφλωση, και απέκτησαν και οι δύο τους – και ο πρωτοκορυφαίος απόστολος Παύλος, και ο ισαπόστολος πρίγκιπας – την πνευματική και τη σωματική τους όραση. Γι’αυτό το κήρυγμα του Παύλου ποτέ δεν περιείχε αυτά, που είχε το ψέυτικο κήρυγμα εκείνων των κλέπτων και ληστών, οι οποίοι δοκίμαζαν να φορούν το προσωπείο του Μεσσία.

Στην προς Ρωμαίους επιστολή του ο απόστολος αναφέρει, ότι στο ευαγγέλιο, το οποίο διέδιδε στους ανθρώπους, η δικαιοσύνη του Θεού αποκαλύπτεται(Ρωμ. 1. 16). Εκείνη η δικαιοσύνη, η αλήθεια του Θεού είναι το ουσιώδες του κηρήγματος των αποστόλων. [Σημ. μεταφρ. Στη ρωσική γλώσσα η λέξη «правда» χρησιμοποιημένη στη μετάφραση του Ρωμ. 1. 16 σημαίνει όχι μόνον «δικαιοσύνη», αλλά και «αλήθεια».] Την θεία αυτή αλήθεια και δικαιοσύνη δέχθηκε ο ισαπόστολος πρίγκιπας Βλαδίμηρος με όλη τη καρδία του. Και για να πραγματοποιήσει αυτή την αλήθεια και δικαιοσύνη εβάπτισε αυτός τον λαό του, ομοθυμαδόν με τον πρωτοκορυφαίο απόστολο υποδεικνύοντας στον λαό τους γνησίως σωτηρίους σκοπούς του είναι· της επιγείου υπάρξεως και – ως συμπέρασμα – της επουρανίου.

Πώς πραγματοποιείται η δικαιοσύνη του Θεού εις τον κόσμο ανθρώπων; Μεθερμηνεύεται στις λέξεις που έχουν στα ρώσικα την ίδια ρίζα με τη λέξη «αλήθεια» [правда] – στην ορθότητα [справедливость] και την αγνότητα ψυχής [праведность]. Εξ’ίσου δεν είναι τυχαίο, ότι στο πρωτότυπο ευαγγελικό κείμενο η ορθότητα και η αγνότητα ψυχής σημειώνονται με την ίδια λέξη «δικαιοσύνη». Δεν υπάρχει η αγνότητα ενώπιον του θεού χωρίς να προσλάβουμε την θεία αλήθεια. Όπως και δεν υπάρχει η ορθότητα και το δίκαιο στην ανθρώπινη ζωή χωρίς προσλήψη της εν Θεώ βοήθειας. Ήταν ανίκανοι οι κλέπτες και οι λησταί να αποκαταστήσουν με τον λόγο τους την αγνότητα ψυχής και την ορθότητα, να αποκτήσουν ελευθερία, να δώσουν στους ανθρώπους μια πνευματική προοπτική του είναι. Διότι με κλοπή όποιων ανήκουν στον Θεόν ποτέ δεν μπόρεσαν να βοηθήσουν στο να αποκτήσουν οι άνθρωποι την αγνότητα ψυχής και την ορθότητα στη ζωή τους.

Χίλια χρόνια πέρασαν από τη στηγμή που ο πρίγκιπας απετίναξε την πνευματική και τη σωματική του τύφλωση στην κολυμβήθρα Βαπτίσεως. Και από τότε εξελίσσεται η ιστορική ζωή των εθνών, όποιοι προήλθαν απ’εκείνη την κολυμβήθρα του βαπτίσματος στο Κίεβο.  Πολλές θλύψεις, πολλούς πόνους υπέφερε ο κόσμος, και είναι αδύνατον να πούμε ότι η ζωή του λαού μας ήταν πιο άνετη ή ευτυχέστερη από τη ζωή των άλλων λαών.

Αλλά τί υπόκειται στη βάση όλης της πνευματικής μας παράδοσης; Τί αποτελεί αυτήν την αιώνια, αξεπέραστη διάσταση όλου του χριστιανικου μας ορθοδόξου πολιτισμού; Είναι η διατήρηση της πίστεως παρ’όλες τις θλίψεις, απώλειες και αγωνίες.  Και σήμερα, ενώπιον της επιθετικής αθεΐας και της αναγέννησης του παγανισμού διατηρούμε γερά και ακλόνητα την πίστη μας εις τον Θεόν, και με βάση αυτή την πίστη προσπαθούμε να οργανώνουμε τη ζωή της κοινωνίας και την προσωπική μας ζωή. Διότι θυμούμαστε πάντοτε, ότι ἐνας δίκαιος κανονισμός της κοινωνικής ζωής σχετίζεται αδιάσπαστα με προσωπική δικαιοσύνη καθενός.

Όταν ο λαός μας βίωνε τη δικαιοσύνη αυτή, τότε και η Πατρίδα μας έλαβε το όνομα της Αγίας Ρωσίας. Στην ζωή του λαόυ μας είχαμε και αμαρτωλούς, και εγκλήματα, και αδυναμίες, αλλά επί χίλια χρόνια φέρουμε το μεγάλο ιδανικό της Αγίας Ρωσίας – μιας κοινωνίας ανθρώπων με επικρατούσα ιδέα τη δικαοσύνη. Όσο και να είναι σκεπτικοί οι δυνατοί του κόσμου τούτου, όσο και να μας υποτιμούν για την αθώα και απονήρευτή μας πίστη, όσο και να προσπαθούν να τη λερώνουν με λάσπη και καταφρώνηση – στην ταπείνωση και εν απλότητι καρδίων θα διατηρούμε την άκακη πίστη αυτή. Την πίστη όποια βοήθησε στο λαό μας και να ξεσηκωνόμαστε για υπεράσπιση της πατρίδας, και να είμαστε πιστοί χριστιανοί, και να δώσουμε την ευπρεπή παιδεία στα παδιά μας παρ’όλους τους διωγμούς και καταπίεσεις.

Έχουμε πεποίθηση, ότι κατανοώντας τη διδασκαλία του σημερινού ευαγγελικού αναγνώσματος θα διατηρούμε και στο μέλλον το αμιγές της ορθοδόξου πίστεως. Θα έχουμε και στο εξής το ιδανικό της Αγίας Ρωσίας. Και μένοντας στα διάφορα κράτη θα θυμούμαστε το ενιαίο μας παρελθόν και θα διατηρούμαστε την πνευματική ενότητα του λαού, ο οποίος έχει για πάντα ένα και το ίδιο Θείο ιδανικό της ζωής -την ορθότητα και την αγνότητα ψυχής.Να φυλάξουμε το ιδεώδες αυτό, να φυλάξουμε και την πνευματική δύναμη της Αγίας Ρωσίας, για να επενεργεί αυτή η δύναμη στις καθημερινές μας πράξεις και να μας βοηθήσει στον κανονισμό της ζωής των λαών μας στον οδό Θείας αλήθειας και δικαιοσύνης!